Στο 6,7% ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής σε ποσότητες και στο 9,6% σε αξία
Έντονο είναι το αποτύπωμα των ελληνικών μεταλλευτικών και λατομικών επιχειρήσεων στις αγορές του εξωτερικού, όπως δείχνουν τα στοιχεία σχετικής μελέτης που εκπόνησε η εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών και μελετών Stochasis. Σύμφωνα με τη μελέτη, ο κλάδος παρά την πίεση που έχει υποστεί η εγχώρια παραγωγή και η αξία των προϊόντων του, αντιστέκεται στην τάση συρρίκνωσης της ελληνικής οικονομίας, όπως δείχνει και ο δείκτης εξέλιξης της αξίας παραγωγής μεταλλευτικών και λατομικών επιχειρήσεων (2009-2016) σε σύγκριση με το ΑΕΠ, γεγονός που οφείλεται κυρίως στον εξωστρεφή χαρακτήρα του. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε αρκετά προϊόντα οι εξαγωγές προσεγγίζουν σχεδόν τις συνολικές πωλήσεις (στα μεταλλευτικά ορυκτά, όπως προϊόντα λευκόλιθου, προϊόντα εμπλουτισμού των μικτών θειούχων μεταλλευμάτων, στα προϊόντα μεταλλουργικής επεξεργασίας του βωξίτη και των λατεριτών, καθώς και σε ορισμένα βιομηχανικά ορυκτά, όπως ο μπεντονίτης, ο περλίτης, η γύψος, η κίσσηρις και το ανθρακικό ασβέστιο).
Όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της Stochasis, θετικό εμφανίζεται το ισοζύγιο μεταλλευτικών και λατομικών ορυκτών σε ποσότητα και αξία από το 2011. Οι εισαγωγές παρουσιάζουν διακυμάνσεις την περίοδο 2009-2016, με το μέσο ρυθμό μεταβολής να διαμορφώνεται οριακά αρνητικό -0,1% σε ποσότητα και +8,0% σε αξία. Αντίθετα, οι εξαγωγές παρουσίασαν ανοδική πορεία την περίοδο 2009-2016, με μέσο ρυθμό μεταβολής 6,7% σε ποσότητα και 9,6% σε αξία. Τα μεταλλευτικά ορυκτά αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ήμισυ των εισαγωγών σε ποσότητα, ενώ τα βιομηχανικά μαζί με τα μεταλλευτικά ορυκτά καλύπτουν το 71% των εξαγωγών το 2016 ενώ σε αξία τα μεταλλευτικά ορυκτά αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 90% των εισαγωγών και το 64,1% των εξαγωγών το 2016.
Το αργίλιο σε ακατέργαστη μορφή εμφανίζει διαχρονικά συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλους κλάδους, όσον αφορά στον εξαγωγικό του προσανατολισμό. Το εξωτερικό εμπόριο των ενεργειακών ορυκτών παρουσιάζεται διαχρονικά ελλειμματικό, ενώ διαχρονικά πλεονασματικό παρουσιάζεται το εξωτερικό εμπόριο των βιομηχανικών ορυκτών. Το 2016 η καολίνη ήταν το βιομηχανικό ορυκτό με τις μεγαλύτερες σε ποσότητα εισαγωγές και η ελαφρόπετρα με τις περισσότερες εξαγωγές. Πλεονασματικό είναι το εξωτερικό εμπόριο των μαρμάρων και διακοσμητικών πετρωμάτων από το 2010. Στην Ελλάδα ο κλάδος των μαρμάρων εμφανίζει διαχρονικά σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλους κλάδους, όσον αφορά στον εξαγωγικό του προσανατολισμό. Τόσο οι εξαγωγές όσο και οι εισαγωγές αδρανών υλικών κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα, με τις εξαγωγές να υπερβαίνουν τις εισαγωγές τόσο σε ποσότητα όσο και σε αξία την τελευταία πενταετία.
Σύμφωνα με τους αναλυτές της Stochasis, η υπεροχή του κλάδου βασίζεται στη μοναδικότητα και ποικιλία των ορυκτών πρώτων υλών και μεταλλευμάτων που παράγει η Ελλάδα καθώς και στη μεγάλη διασπορά σε πολλές χώρες εξαγωγών. Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικό αποθεματικό σε μεταλλεύματα, από τα οποία αξιοποιείται μόνο ένα μικρό μέρος, καθώς και σε βιομηχανικά ορυκτά. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε βασικά μεταλλεύματα, όπως βωξίτης, λευκόλιθος και λατερίτης, η αξιοποίηση είναι πλήρως ή μερικώς καθετοποιημένη. Επίσης, πολλές εξορυκτικές μονάδες βιομηχανικών ορυκτών έχουν εγκαταστήσει και μονάδες επεξεργασίας τους. Η ζήτηση για εξαγωγές μεταλλευτικών προϊόντων (βωξίτης, αλουμίνιο, νικέλιο), ορισμένων βιομηχανικών ορυκτών (ατταπουλγίτης, μπεντονίτης) καθώς και βωξίτη, μαρμάρων, μικτών θειούχων (χρυσός), λευκόλιθου, περλίτη, λατερίτη, λιγνίτη καθιστούν τις ορυκτές πρώτες ύλες προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και ιδιαίτερης σημασίας για την εξορυκτική βιομηχανία της χώρας και την ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας.
Με βάση την επεξεργασία των στοιχείων του World-Mining-Data 2017, International Organizing Committee for the World Mining Congresses, για τη διεθνή παραγωγή του 2015, η Ελλάδα είναι 1η στην Ε.Ε. και στον κόσμο σε παραγωγή περλίτη (36% της παγκόσμιας παραγωγής και 95% της Ε.Ε.) 1η στην Ε.Ε. και 4η στον κόσμο σε παραγωγή μπεντονίτη (6% της παγκόσμιας παραγωγής και 45% της Ε.Ε.), 1η στην Ε.Ε. και 12η στον κόσμο σε παραγωγή βωξίτη (45% της παραγωγής Ε.Ε.), 1η στην Ε.Ε. και 18η στον κόσμο σε παραγωγή νικελίου, 3η στην Ε.Ε. και 7η στον κόσμο σε παραγωγή λιγνίτη, 4η στην Ε.Ε. και 9η στον κόσμο σε παραγωγή μαγνησίτη.
Της Λέττας Καλαμαρά
Πηγή: Ναυτεμπορική