Του Δημήτριου Αλιφραγκή, Καθηγητή Δασικής Εδαφολογίας ΑΠΘ*
Η εξορυκτική δραστηριότητα θεωρείται υπεύθυνη για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος σε πολλές περιοχές της γης, αν και τα τελευταία χρόνια οι μέθοδοι εκμετάλλευσης των ορυκτών πόρων καθώς και η διαχείριση των αποβλήτων έχουν βελτιωθεί σημαντικά. Δεν είναι όμως μόνον η ίδια η δραστηριότητα της εξόρυξης που διαταράσσει και υποβαθμίζει μια περιοχή, είναι και οι υπόλοιπες δραστηριότητες, όπως η κατασκευή των δρόμων προσπέλασης, η χρησιμοποίηση του νερού, η σκόνη και πολλά άλλα.
Η αποκατάστασή του περιβάλλοντος στις λατομικές και μεταλλευτικές περιοχές είναι απαραίτητη για τη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων. Στο πλαίσιο αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση ορίζει ότι η αποκατάσταση της περιβαλλοντικής υποβάθμισης των χώρων αυτών μπορεί να επιτευχθεί μέσω της επαναφοράς του περιβάλλοντος στην αρχική του κατάσταση με τη βοήθεια διαφόρων δράσεων. Οι δράσεις αυτές μπορεί να έχουν αποκλειστική (πρωτογενή), ή συμπληρωματική ή και αντισταθμιστική μορφή. Όλες αυτές οι δράσεις στοχεύουν στη βελτίωση τελικώς των φυσικών οικοτόπων της περιοχής.
Ως αποκλειστική ή πρωτογενής αποκατάσταση χαρακτηρίζονται οι δράσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την επαναφορά των υποβαθμισμένων λειτουργιών των οικοσυστημάτων στην αρχική τους κατάσταση. Μάλλον η προσέγγιση αυτή για την αποκατάσταση θεωρείται ως η περισσότερο απαιτητική, ταυτίζεται με την αναδημιουργία των ενδιαιτημάτων που προϋπήρχαν της εκμετάλλευσης των ορυκτών πόρων (rehabilitation).
Ως συμπληρωματική αποκατάσταση χαρακτηρίζεται κάθε μέτρο ή δράση αποκατάστασης των λειτουργιών των οικοσυστημάτων που λαμβάνονται σε περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η πρωτογενής αποκατάσταση δεν είναι δυνατή.
Τέλος, ως αντισταθμιστική αποκατάσταση χαρακτηρίζονται τα μέτρα ή οι δράσεις που λαμβάνονται με σκοπό να αντισταθμισθούν οι προσωρινές απώλειες των λειτουργειών των οικοσυστημάτων κατά την περίοδο που μεσολαβεί από τα πρώτα στάδια της υποβάθμισης μέχρι την επίτευξη της πρωτογενούς αποκατάστασης των περιοχών που υποβαθμίζονται κατά την εκμετάλλευση των ορυκτών πόρων. Σε ορισμένες περιπτώσεις η αποκατάσταση των λατομικών/μεταλλευτικών περιοχών είναι αδύνατη με αποτέλεσμα να παρατηρούνται απώλειες των λειτουργιών των οικοσυστημάτων των περιοχών αυτών. Στην περίπτωση αυτή οι απώλειες μπορούν να χαρακτηριστούν είτε ως προσωρινές είτε ως οριστικές. Ως προσωρινές απώλειες χαρακτηρίζονται όλες εκείνες οι απώλειες οι οποίες οφείλονται στο γεγονός ότι οι υποβαθμισμένοι φυσικοί πόροι δεν μπορούν να επιτελέσουν προσωρινά τις οικολογικές τους λειτουργίες έως ότου τα πρωτογενή ή συμπληρωματικά μέτρα αρχίσουν να παράγουν αποτέλεσμα (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2006). Σε αντίθετη περίπτωση οι απώλειες χαρακτηρίζονται ως οριστικές.
Ως “μέτρα αποκατάστασης“ νοούνται όλες εκείνες οι δράσεις που απαιτούνται για την επανόρθωση ή την αντικατάσταση των φυσικών πόρων που έχουν υποστεί ζημία κατά τη διάρκεια μιας λατομικής/μεταλλευτικής δραστηριότητας. Σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν είναι δυνατές οι παραπάνω δράσεις λαμβάνονται επιπλέον μέτρα με σκοπό την εξασφάλιση εναλλακτικών δυνατοτήτων, ισοδύναμων προς τους εν λόγω πόρους. Σύμφωνα δε με την οδηγία 2004/35/ΕΚ οικονομικώς υπεύθυνος για τη λήψη των απαιτούμενων μέτρων αποκατάστασης είναι ο φορέας εκμετάλλευσης, η δραστηριότητα του οποίου προκάλεσε είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Με τον τρόπο αυτό πιστεύεται ότι παρακινούνται οι φορείς που εκμεταλλεύονται τους φυσικούς πόρους να ελαχιστοποιούν τους κινδύνους περιβαλλοντικής ζημίας προκειμένου να αποφύγουν τη σχετική ευθύνη.
Τα προβλήματα σχεδιασμού και υλοποίησης της αποκατάστασης σε μεταλλευτικές/λατομικές περιοχές συνδέονται με το μέγεθος της εκμετάλλευσης, τη μέθοδο εξόρυξης, το είδος της εξόρυξης, τις διεργασίες εμπλουτισμού και τη μέθοδο διαχείρισης των μεταλλευτικών αποβλήτων. Για παράδειγμα άλλα είναι τα προβλήματα που δημιουργούνται και απαιτούν αντιμετώπιση από την επιφανειακή εξόρυξη αδρανών υλικών, άλλα από την επιφανειακή εξόρυξη μεταλλευμάτων, άλλα από την υπόγεια εξορυκτική δραστηριότητα και τέλος άλλα προβλήματα σχετίζονται με τη μέθοδο διαχείρισης των μεταλλευτικών αποβλήτων.
*Ο κ. Αλιφραγκής το Φεβρουάριο του 2008 εκλέχθηκε Καθηγητής και κατά τη διάρκεια της Πανεπιστημιακής του θητείας ασχολήθηκε με την οργάνωση και λειτουργία του Εργαστηρίου της Δασικής Εδαφολογίας, τη διδασκαλία των μαθημάτων Γενική Εδαφολογία, Δασική Εδαφολογία, Γονιμότητα Δασικών Εδαφών, Ρύπανση και Αποκατάσταση του Φυσικού Περιβάλλοντος. Συμμετείχα στη διδασκαλία μεταπτυχιακών μαθημάτων τόσο στο Τμήμα Δασολογίας όσο και στο Τμήμα Γεωλογίας του ΑΠΘ.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Εδαφολογικής Εταιρείας.