Δρ. Π. Τζεφέρης: Εκ νέου παραγωγή ιστορικών μαρμάρων και λίθων

Ο Δρ. Πέτρος Τζεφέρης
Eltrak - Cat banner ad

Δρ. Π. Τζεφέρης, Γεν. Δ/ντής Υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας

Ο αρχαίος ελληνικός κόσμος αξιοποίησε το μάρμαρο, ένα δώρο της φύσης σε αυτόν τον τόπο και τον άνθρωπο που τον κατοικεί. Με βάση το υλικό αυτό δημιούργησε ανυπέρβλητα έργα γλυπτικής και αρχιτεκτονικής συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της μεγάλης ιστορικής και μνημειακής πυκνότητας των 5 χιλιετιών που χαρακτηρίζει τον τόπο μας.

Stonetech banner ad
Stonetech banner ad

Είναι κρίμα σήμερα να μην μπορούν να αξιοποιηθούν δημιουργικά τα ιστορικά μας μάρμαρα, είτε λευκά είτε έγχρωμα. Και εννοώ να μην τα βλέπουμε και να τα θαυμάζουμε μόνο αλλά να έχουμε την δυνατότητα να δημιουργούμε με αυτά, να συνεχίσουν να αποτελούν πρωταγωνιστικά στοιχεία της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Αν σήμερα ζούσε ο Σκόπας ή ο Πραξιτέλης, o Μιχαήλ Άγγελος (Michelangelo) ή ο Ροντέν και αποζητούσαν να δουλέψουν τον «λυχνίτη» ή το γνήσιο Πεντελικό ή το rosso/nero antico της αρχαιότητας, δυστυχώς δεν θα υπήρχε η δυνατότητα αυτή. Ακριβώς επειδή δεν έχουμε υιοθετήσει μια τέτοια επιλεκτική και μικρής κλίμακας διαδικασία ασφαλούς παραγωγής με κυρίαρχο σκοπό την προαγωγή της Τέχνης.

Kαι δεν είναι μόνο τα έργα της γλυπτικής και της αρχιτεκτονικής. Είναι και η αναστηλωτική τέχνη, η οποία με προεξάρχουσα την Ακρόπολη Αθηνών αριθμεί πλέον αρκετές δεκαετίες, από την εποχή του Ορλάνδου (δεκαετία του 1950) μέχρι σήμερα με τις επιτυχείς παρεμβάσεις της Υπηρεσίας Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ).

Εικ. 1. Εργασίες αναστήλωσης Ακρόπολης με προσθήκη συμπληρωμάτων από μάρμαρο Διονυσοβουνίου. ©ΑρχείοΥπηρεσίας Συντήρησης Μνημείων Ακρόπολης (ΥΣΜΑ). Αριστερά; Ερέχθειον, άποψη του νότιου τοίχου από ΝΑ μετά την αποκατάσταση του μνημείου (φωτ.Σ.Μαυρομμάτης 2003) και Δεξιά: κίονας της βόρειας κιονοστοιχίας του Παρθενώνα μετά την αποκατάστασή του (φωτ.T. Σουβλάκης 2010).

Επισημαίνεται η μεγάλη σημασία που έχει για την αναστηλωτική τέχνη, η ορθή επιλογή του μαρμάρου που θα χρησιμοποιηθεί. Κι αυτό απαιτεί την γνώση της προέλευσης του μαρμάρου από το οποίο κατασκευάστηκαν τα αρχαία μαρμάρινα μνημεία ή αντικείμενα. Η γνώση αυτή και η υπόδειξη του αρχαίων λατομείων από τα οποία έχει προέλθει το μάρμαρο θεωρείται χρηστικό  εργαλείο για τις εργασίες αποκατάστασης, συντήρησης ή αναστύλωσης των μνημείων ώστε η τυχόν προσθήκη υλικών κατά τις ανωτέρω εργασίες να προέρχεται από την ίδια πηγή με στόχο τη διατήρηση της υλικής υπόστασης και της αυθεντικότητάς τους.

Τόσο η ορθή αναστηλωτική διαδικασία όσο και η συνέχεια της μεγάλης γλυπτικής και αρχιτεκτονικής  κληρονομιάς  πέντε χιλιετιών του ελληνικού μαρμάρου, απαιτούν την διατήρηση ή την επανεκκίνηση της εξορυκτικής παραγωγής συμβατού υλικού με μεθοδολογία που να εξασφαλίζει την βιωσιμότητα του πόρου αλλά και του περιβάλλοντος.

Τί θα μπορούσε να γίνει; Συγκεκριμένα, θα μπορούσε με την πρωτοβουλία της πολιτείας να διεξαχθεί ένα πρόγραμμα εκλεκτικής παραγωγής ορισμένων ιστορικών λίθων προς την κατεύθυνση της χρήσης τους σε μνημεία και έργα τέχνης, αρχιτεκτονικής και γλυπτικής, ειδικότερα της μεγάλης γλυπτικής και της αγαλματοποιίας. Μάλιστα, η πρότασή μας θα ήταν να ενταχθούν στο πρόγραμμα σημαντικά μάρμαρα και λίθοι που έχει σιγήσει η εξόρυξή τους και έχουν ανυπολόγιστη ιστορική αλλά και σημαντική εμπορική αξία και που δεν έχουν ανταγωνιστικούς τύπους στην παγκόσμια αγορά.

Απολύτως ενδεικτικά: το Πεντελικό, ο λυχνίτης της Πάρου, ο σκληρός αυγιτικός ανδεσίτης των Κροκεών ή κροκεάτης λίθος  (Porfido verde antico), ο πράσινος οφιτασβεστίτης Γεντικίου-Χασάμπαλης, το πράσινο σιπολλινικό μάρμαρο της Νότιας Εύβοιας (Καρυστία λίθος, marmor Carystium), το πολύχρωμο Σκύρου (Breccia Fantasia ή Σκυρία Λίθος), το κόκκινο και μαύρο μάρμαρο της Μάνης (RossoNero antico), το λευκό της Ζάστενης Μαγνησίας, το μαύρο της Χίου (nero antico Chiota) και της Αρκαδίας (Βυτίνας-Αγ. Πέτρου), το λατυποπαγές των Μυκηνών και ενδεχομένως ορισμένα ακόμη (π.χ. ο όνυχας της Κρήτης, τα ερυθρά  Portasanta  Χίου και  Fior di pesto Ευβοίας, ο τραβερτίνης της Αριδαίας Πέλλας, κ.ά.).

Το λευκό μάρμαρο της Πάρου, ο γνωστός «λιχνίτης λίθος» των αρχαίων είναι το πιο καθαρό (από ορυκτοχημική άποψη)  μάρμαρο του κόσμου με περιεκτικότητα σε CaCO3 σχεδόν 100%. Η ιδιότητά του αυτή προσδίδει ημιδιαφάνεια και το καθιστά ασυναγώνιστο στη γλυπτική λόγω του «επιδερμικού»  φαινομένου. Σήμερα δεν εξορύσσεται. Οι αρχαίοι έλληνες κατάφεραν να εξορύξουν πάνω από 200 χιλ. μ3 λιχνίτη εφαρμόζοντας την υπόγεια εκμετάλλευση. Το τελικό αποτέλεσμα το θαυμάζουμε στον Ερμή του Πραξιτέλη, την Αφροδίτη της Μήλου, τη Νίκη της Σαμοθράκης και εκατοντάδες άλλα έργα!

Στην ίδια κατηγορία (ποιοτική και χρωματική) ανήκει τόσο το Πεντελικό όσο και το Θασιώτικο μάρμαρο. Το Πεντελικό- παρά τα απεριόριστα κοιτάσματα- επί της ουσίας δεν εξορύσσεται σήμερα παρά μόνο από το Διονυσοβούνι λόγω της απαγόρευσης της εξόρυξής του από την ορατή από το λεκανοπέδιο ΝΔ  πλευρά του Πεντελικού όρους.  Το μάρμαρο Διονυσοβουνίου, παραπλήσιο του Πεντελικού, χρησιμοποιείται σήμερα από τις υπηρεσίες αναστήλωσης της Ακρόπολης.  Επίσης, το εξαιρετικής ποιότητας χιονόλευκο μάρμαρο της Θάσου βρίσκεται στην παραγωγή αδιαλείπτως από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και επιπλέον διατίθεται σε μεγάλα αποθέματα, άρα δεν βρίσκεται σε κατάσταση έλλειψης.

Το  πράσινο σιπολλινομάρμαρο (cipollino) της Ν. Εύβοιας αλλά  και ο λατυποπαγής οφιτασβεστίτης της Χασάμπαλης (Πράσινος Θεσσαλικός Λίθος), που κατέκλυζαν τις Ρωμαϊκές αγορές της Ανατ. Μεσογείου, είναι από τα σπάνια πετρώματα παγκοσμίως που δεν διαθέτουν ανταγωνιστικούς  τύπους στην παγκόσμια αγορά. Και τα δύο πέραν της ιδιαίτερης χρωματικής αισθητικής τους ήταν κατάλληλα για μονόλιθους κίονες μεγάλων διαστάσεων και για το λόγο αυτό ήταν περιζήτητα υλικά για την κατασκευή πολυτελών κτιρίων μέχρι και την ύστερη αρχαιότητα. Εννοείται ότι η όποια νέα δραστηριότητα θα περιοριστεί σε περιοχές εκτός των εξορυκτικών κέντρων των αρχαίων (Ανημποριό, Χαλίκια, Βατήσια, Κύλινδροι στην Εύβοια για το cipollino και εκείνων στο Γεντίκι/Ομορφοχώρι Λάρισας για τον Θεσσαλικό λίθο) τα οποία προτείνεται στο σύνολό τους να αξιοποιηθούν ως γεω-πολιτιστικά μνημεία.

Εικ.2. Το περίφημο πρασινόλευκο μάρμαρο Καρύστου (cipollino) στόλισε με μονόλιθους κίονες -μεταξύ άλλων- και την Αδράνειο βιβλιοθήκη βόρεια της Ρωμαϊκής Αγοράς των Αθηνών. Το σιπολλινικό μάρμαρο, αγαπημένο του Στράβωνα (C446), που μόνο στα Ρωμαϊκά χρόνια εξορύχθηκε σε πάνω από 150 χιλ.κυβ. από τα Στύρα μέχρι τις δυτικές υπώρειες της Οχης Ευβοίας, σήμερα δεν εξορύσσεται.

Το κόκκινο και μαύρο (rosso/nero antico) μάρμαρο Μάνης αλλά και ο Κροκεάτης λίθος με την χαρακτηριστική ψηφιδωτή του εικόνα, απετέλεσαν «πολυτελείς» επιλογές των Ρωμαίων ειδικότερα την περίοδο του Κοινού των Ελευθερωλακώνων (21 πΧ-300μΧ)  και ένα μεγάλο μέρος της παραγωγής τους μεταφέρθηκε στην Ρώμη και σμιλεύτηκε  από περίφημους γλύπτες. Σήμερα δεν εξορύσσονται σε καμιά γωνιά του Μανιάτικου τοπίου, θεωρούμενα ως μη αποδεκτά, αυτά για τα οποία καμάρωναν οι αρχαίοι, όπως προκύπτει από τα γραπτά του Στράβωνα, του Πλινίου και του Παυσανία! Σε σχετική μας μελέτη, υφίστανται αρκετές θέσεις πέραν των αρχαίων θέσεων εξόρυξης (Προφήτης Ηλίας, Ταίναρο αλλά και Στεφανιά-Ψηφιά για τον κροκεάτη λίθο)  που μπορούν να συμπεριληφθούν στο παρόν πρόγραμμα εκλεκτικής εξόρυξης διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τους προστατευτέους χώρους (βλ. βιβλίο Π. Τζεφέρη «Λίθος Μάρμαρος, Ταινάριος», 2021, σελ. 405)

Το πολύχρωμο μάρμαρο της Ν. Σκύρου είναι ένα τεκτονικό λατυποπαγές γνωστό στους αρχαίους ως breccia di Sciro  το οποίο λατομήθηκε εντατικά τόσο στην αρχαιότητα όσο και στους νεώτερους χρόνους. Ανάλογοι ξενόφερτοι τύποι που προσομοιάζουν με το υλικό αυτό (πχ. Breccia Fantasia Skyros d’Italia  και Skyros Africano) υπάρχουν επίσης στην αγορά, πλην όμως μόνο  η Σκύρος διαθέτει στο υπέδαφός της το πρωτότυπο της Σκυρίας Λίθου!

To λευκό  μάρμαρο της Ζάστενης Μαγνησίας αλλά και το μάρμαρα Μυκηνών και τα τεφρά Χίου και Βυτίνας καθώς και ο τραβερτίνης Αριδαίας, ένας υδροθερμικός  πωρόλιθος που μοιάζει με τον Ιταλικό του Tivoli (από τον οποίο έχει κατασκευαστεί το  Κολοσσαίο της Ρώμης),  συμπληρώνουν μια επίλεκτη ομάδα για την οποία θα μπορούσαν να γραφτούν πολλά περισσότερα.  Στην ομάδα αυτή μπορούν επίσης να συμπεριληφθούν και οι δύο ερυθροϊώδεις φλεβοειδείς ασβεστόλιθοι της Ερέτριας (Fior di Pesto) και της Χίου (Portasanta) για τους οποίους υφίστανται ικανά αποθέματα για το μεν πρώτο στην ευρύτερη περιοχή της Ερέτριας Ευβοίας και για το δεύτερο στις θέσεις Κορακάρης, Μαρμαροτράπεζα  και Λατόμι της Χίου.

H εκ νέου παραγωγή των μαρμάρων-λίθων  αυτών, σε μικρές ελεγχόμενες ποσότητες, μπορεί να συμβάλει τα μέγιστα στην προώθηση μιας ήπιας εναλλακτικής μορφής ανάδειξης των φυσικών λίθων, ενταγμένης στο πλαίσιο των αρχών της βιωσιμότητας και όχι της πλήρους εμπορικότητας και της απώλειας του μέτρου. Για τα μάρμαρα αυτά δεν τίθεται ζήτημα εμπορικής-αγοραστικής αξίας, διότι η αξία τους είναι ανυπολόγιστη, τίθενται μόνο ζητήματα εντοπισμού θέσεων-αποθεμάτων με φυσικές και τεχνικές ιδιότητες κατάλληλες για την καλλιτεχνική δημιουργία.

Σε καμία περίπτωση δεν αναφερόμαστε σε προσβολή των ήδη θεσμοθετημένων αρχαιολογικών ή γενικότερα προστατευμένων χώρων, αλλά σε ανάδειξή τους με παράλληλη αξιοποίηση άλλων χώρων που οι λίθοι αυτοί εντοπίζονται. Αλλωστε, ο  σκοπός δεν είναι η εξόρυξη, αυτή καθεαυτή, αλλά η ανάδειξη του μαρμάρου ως πολιτιστικού αγαθού, μέσω της (εκλεκτικής και μικρής κλίμακας) εξόρυξης και δημιουργίας έργων που θα προωθούν τόσο το brand name του ελληνικού μαρμάρου  όσο και τον ελληνικό πολιτισμό.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως π.χ. το Πεντελικό, μόνο η υπόγεια εκμετάλλευση είναι υπό προϋποθέσεις αποδεκτή τόσο τεχνικώς όσο και θεσμικώς (οι Νόμοι 386/76  και  669/77 απαγόρευσαν τη «λατόμευση» στην ΝΔ πλευρά του Πεντελικού όρους). Επίσης, όσον αφορά τη νήσο Πάρο, όλη η περιοχή που έχει οριοθετηθεί από την αρμόδια αρχαιολογική αρχή στον ορεινό όγκο των Αγ. Πάντων (όρος Μάρπησσα των αρχαίων) νότια του οικισμού Μαράθι, όπου εντοπίζονται δύο υπόγεια λατομεία (των Νυμφών και του Πανός) καθώς και πολυάριθμες επιφανειακές εξορύξεις (Χωριουδάκι – Λάκκοι κ.λπ.) και όπου ευδοκίμησε το διασημότερο μάρμαρο στον κόσμο, η Παρία Λίθος, θα πρέπει –κατά την άποψή μας- να αξιοποιηθεί ως μνημείο αρχαιολογικής και γεω-πολιτιστικής κληρονομιάς.

Ωστόσο, τόσο για την περίπτωση του Πεντελικού και του Πάριου “λυχνίτη» όσο και στις λοιπές ευρύτερες περιοχές αναφοράς των παραπάνω λίθων, είναι δυνατή μια κατ’ αναλογία και υπό προϋποθέσεις εφαρμογή του άρθρου 51 παρ.4. του N.4512/2018.  Συγκεκριμένα,   με Κοινή Απόφαση (ΚΥΑ) των Υπουργών Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) και Πολιτισμού και Αθλητισμού (ΥΠΠΟΑ), θα δίνεται η δυνατότητα, κατά παρέκκλιση των κείμενων διατάξεων, μικρής κλίμακας εξόρυξης για τον σκοπό που προαναφέρθηκε, χωρίς να απαιτείται ένταξη στο «βαρύ» αδειοδοτικό σύστημα των εμπορικών λατομείων.

Εικ3. Ορισμένα από τα ιστορικά μάρμαρα και λίθοι των οποίων η αξιοποίηση προτείνεται να επαναδρομολογηθεί [από το βιβλίο Λίθος Μάρμαρος, Ταινάριος, Π. Τζεφέρη]
Μια γενική τοποθέτηση για την υλοποίηση του προγράμματος είναι η ίδρυση δημοσίου φορέα (ενδεικτικά Ελληνικός Οργανισμός Μαρμάρου (ΕΟΜ)) υπέρ του οποίου θα εκδοθούν οι ΚΥΑ και γενικότερα οι «άδειες/εγκρίσεις» εκμετάλλευσης των λατομικών χώρων και ο οποίος θα συντονίζει την έρευνα, εξόρυξη και μεταποίηση, ενώ σε ιδιωτικούς φορείς θα παραχωρείται, υπό όρους, το δικαίωμα υλοποίησης της εκμετάλλευσης για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα με (υπό προϋποθέσεις) δυνατότητα παράτασης. Οι όροι των συμβάσεων θα ελέγχονται από τον ως άνω φορέα ενώ τα ζητήματα ασφάλειας θα ελέγχονται από τις εντεταλμένες υπηρεσίες του ΥΠΕΝ.

 

Στον αναβαθμισμένο τα τελευταία χρόνια τομέα της αναστηλωτικής τέχνης, η ενεργοποίηση των ιστορικών λατομείων θα ήταν καταλυτική. Στην Ακρόπολη, έχουν πλέον αποκατασταθεί τα τρία μνημεία (Ερέχθειο, Προπύλαια, Ναός της Αθηνάς Νίκης) και το έργο συνεχίζεται στον Παρθενώνα αλλά και στα τείχη της Ακρόπολης. Ευτυχώς, στον τομέα αυτό η φιλοσοφία έχει αλλάξει και η αρχαιολογική επιστημονική κοινότητα έχει αντιληφθεί ότι η μέθοδος της «τεκμηριωμένης πλην δημιουργικής συμπλήρωσης» είναι αποδεκτή και επιθυμητή, αρκεί να μην διακυβεύεται η αυθεντικότητα  των μνημείων.

Ήδη υφίστανται πολλές περιπτώσεις μνημείων πέραν την Ακρόπολης (π.χ. Νέα Μονή Χίου, μνημεία στην Αρχαία Μεσσήνη, Θόλος στην Αρχαία Επίδαυρο, Αρχαίο Θέατρο Λάρισας κ.α.) όπου ζητείται η χρήση απολύτως εξειδικευμένου ως προς τα αισθητικά χαρακτηριστικά και τις φυσικο-μηχανικές ιδιότητες του μαρμάρου. Αλλωστε, όταν κατά τη διάρκεια των έργων συντήρησης ενός μνημείου είναι απαραίτητη η προσθήκη αρχιτεκτονικών μελών, αυτά θα πρέπει να προέρχονται από τις ίδιες ή παρόμοιες κατά το δυνατόν πηγές, ώστε να μην αλλοιωθεί η ταυτότητα του μνημείου, σύμφωνα με την ισχύουσα εθνική νομοθεσία, αλλά και τις γενικές κατευθύνσεις διεθνών οργανισμών και συμβάσεων (ICOMOS, UNESCO, ICCROM, Ντοκουμέντο για την αυθεντικότητα). Οι δράσεις του Τμήματος Λίθου και των υπηρεσιών Αναστήλωσης Μνημείων του ΥΠΠΟΑ είναι προς την κατεύθυνση αυτή.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποδεικνύουν -εν τοις πράγμασι- πόσο χρήσιμη είναι μια τέτοια επιλογή, εφ’ όσον άλλωστε σύμφωνα με τους ισχύοντες εθνικούς ή διεθνείς κανόνες και την επιστήμη απαιτείται η χρήση υλικών ίδιας ή συμβατής προέλευσης με το υλικό που έχει χρησιμοποιηθεί στο αποκαθιστάμενο μνημείο.

Η περίπτωση του αρχαιολογικού χώρου της Αμφίπολης Σερρών είναι ενδεικτική, καθώς ο εξωτερικός περίβολος είναι κατασκευασμένος από λευκό μάρμαρο Θάσου, κάτι που ευτυχώς παράγεται χωρίς διακοπή από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα και συνεπώς υπάρχει διαθεσιμότητα υλικού.

Όμως δεν υφίσταται πάντα η δυνατότητα αυτή, μη επιτρέποντας στις αρχαιολογικές υπηρεσίες να δρομολογήσουν ορθολογικά την προμήθεια συμβατής πρώτης ύλης για την αναστήλωση των μνημείων. Εξάλλου, εκτός από την διαθεσιμότητα του υλικού,  το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο δεν επιτρέπει την όποια εξόρυξη σε χώρους που προστατεύονται ως αρχαία λατομεία.

Εικ.4. Εργασίες αναστήλωσης αρχαίων μνημείων με συμπλήρωση νέου υλικού μαρμάρου.

Στην περίπτωση των έργων συντήρησης και ανάδειξης του Θόλου στο Ιερό του Ασκληπιού Επιδαύρου, έχουν επιλεγεί, ελλείψει της δυνατότητας χρήσης εγγυτέρων και συμβατότερων μαρμάρων, λευκά μάρμαρα από τη Νάξο και μαύρα από την περιοχή της Εδέσσης (βλ. Εικ. 4).

Εικ.5. Αναστήλωση του Α Αρχαίου Θεάτρου Λάρισας, 3ου αιώνα π.Χ. Πάνω αριστερά το αρχαίο λατομείο μαρμάρου του Καστρίου Αγιάς που λειτούργησε κατά τη Μακεδονική περίοδο και τους Ρωμαϊκούς χρόνους και από το οποίο προέρχονται τα μάρμαρα για τα αρχαία θέατρα της Λάρισας. Πάνω δεξιά, στις εργασίες διαμόρφωσης νέων εδωλίων του Α θεάτρου, που είναι σε εξέλιξη, χρησιμοποιείται μάρμαρο Κοζάνης.

Στο έργο αναστήλωσης του Α΄ Αρχαίου Θεάτρου Λάρισας, για την  κατασκευή 240 νέων εδωλίων,  προκρίθηκε η χρήση μαρμάρου από την Κοζάνη καθώς εκτιμήθηκε πως αυτό έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με το λευκό μάρμαρο από το αρχαίο λατομείο στο Καστρί Αγιάς, με το οποίο κυρίως  (μαζί με πωρόλιθο από την Περαχώρα Τυρνάβουκατασκευάστηκε το μνημείο.

Επίσης, κατά την αναστήλωση μνημείων στην Αρχαία Μεσσήνη αλλά και στις εργασίες συντήρησης της Νέας Μονής Χίου, χρησιμοποιήθηκε το ερυθρό μάρμαρο Μάνης, του οποίου η προμήθεια έγινε μάλλον από συγκυρία τυχαίων γεγονότων και προφανώς από ιδιώτη εξορύκτη της περιοχής.

Οσο αφορά στη ανάγκη ειδικού θεσμικού πλαισίου, το παράδειγμα της αναστήλωσης του ιστορικού πετρογεφυριού της Πλάκας στον ποταμό Άραχθο (Τζουμέρκα), που είχε καταρρεύσει από τη μανία της φύσης το 2015 και ξαναχτίστηκε από πέτρα με παρόμοια μορφολογία, σκληρότητα, αντοχή και λοιπά χαρακτηριστικά (θολίτες) και μέσα σε λογικά χρονικά πλαίσια (2020), έρχεται να επιβεβαιώσει την ορθότητα του συλλογισμού. Η όλη προσπάθεια κατέστη δυνατή, πέραν των λοιπών τεχνικών δυσκολιών του εγχειρήματος, έπειτα από την προσαρμογή του θεσμικού πλαισίου του Ν.4512/2018, ώστε να είναι δυνατή η κατ’εξαίρεσιν αδειοδότηση της «μικρής κλίμακας» εξόρυξης για τον σκοπό αυτό.

Η αξιοποίηση των σε αφθονία ιστορικών μαρμάρων  του τόπου μας  θα πρέπει να επαναδρομολογηθεί.  Όχι με σκοπό την μαξιμαλιστική ανάπτυξη-μεγέθυνση αλλά την ποιοτική και ήπια ανάπτυξη  με βασικό μοχλό τη διατήρηση της βιωσιμότητας του πόρου  αλλά και  της φυσιογνωμίας  και ακεραιότητας του τόπου. Η γεωμορφολογία αλλά και η κοιτασματολογία των μαρμάρων του τόπου μας  δεν επιτρέπουν τη διαμόρφωση μεγάλων διαστάσεων εμπορικών λατομείων, αλλά σχετικά μικρών γεωμετριών με παραγωγικό δυναμικό που μπορεί να ενταχθεί στην βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής. Δίπλα στην παραγωγή θα διαμορφώνεται και ένα υπαίθριο μουσείο της λατομικής δραστηριότητας και των προϊόντων αυτής, όπως π.χ. τα υπαίθρια μουσεία στο χωριό Saraylar (Παλάτια) της Προκοννήσου για το ιστορικό αυτό μάρμαρο της Προποντίδας. Και με το πέρας της όποιας παραγωγής, παραμένει το διαμορφωμένο υπαίθριο μουσείο,  παρακαταθήκη της εξορυκτικής τεχνικής και της λιθοτεχνίας. Με τον τρόπο αυτό, πέραν των λοιπών οικονομικών και κοινωνικών οφελημάτων, θα επιτραπεί η συνέχιση της ιστορικής εικόνας της περιοχής ως σημαντική μαρμαροφόρος περιοχή που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην γλυπτική και την μαρμαρική τέχνη γενικότερα.

Οι εικόνες  των ρομποτικών μηχανών CNC  που «φιλοτεχνούν»  ξανά τη Νίκη της Σαμοθράκης νομίζουμε ότι είναι χαρακτηριστικές για το ποια είναι η ρεαλιστική κατεύθυνση των πραγμάτων στο άμεσο μέλλον, δίνοντας μια ιδέα, μια προεπισκόπηση του μέλλοντος!  (βλ. Εικ. 6). Αρκεί η χρήση της τεχνολογίας να είναι αρωγός και όχι αναστολέας της πραγματικής καλλιτεχνικής έμπνευσης και δημιουργίας που παραμένει μοναδική, όσα αντίγραφα κι αν παραχθούν.

Δεν βρέθηκε ακόμη “replica” για τη δημιουργικότητα και τη γνησιότητα στην τέχνη, όπως άλλωστε δεν βρέθηκε ακόμη γονίδιο και για την ανθρώπινη ψυχή!

Εικ.6. Ειλικρινά, δεν μπορώ να εικάσω πως θα ήταν τα έργα του Πραξιτέλη, του Ικτίνου ή του Michelangelo αν μπορούσαν να χρησιμοποιούν στη γλυπτική τους προηγμένες ρομποτικές υπηρεσίες και να αποτελειώνουν ίσως οι ίδιοι τα έργα τους κάνοντας μόνο ένα τελικό φινίρισμα! Όμως οι μηχανές CNC και CAD/CAM είναι ήδη εδώ, η περίφημη Νίκη της Σαμοθράκης (πρωτότυπο από Παριανό μάρμαρο στο Μουσείο Λούβρου, Παρίσι) έχει ήδη σκαλιστεί ρομποτικά σε μάρμαρο Θάσου δύο φορές, στις εγκαταστάσεις της FHL Κυριακίδης Group που διαθέτει τέτοια μηχανήματα και το μέλλον της γλυπτικής αλλάζει ριζικά.