Λύση ανάσα για επιχειρήσεις, η σωστή διαδικασία εξυγίανσης

Eltrak banner ad

Ήταν 10.01.2017, ένα χιονισμένο πρωινό Τρίτης, όταν εκδικάστηκε, στα Δικαστήρια της Δράμας, η αίτηση της Τράπεζας Πειραιώς και της Alpha Bank για την υπαγωγή της εταιρείας “Γ. Λαζαρίδης – Μάρμαρα Δράμας Α.Ε.” στον τότε, σχετικά άγνωστο – και, σε κάθε περίπτωση, μη εφαρμοσμένο στην πράξη – θεσμό της Ειδικής Διαχείρισης του ν. 4307/2014. Η ανησυχία που επικρατούσε στην τοπική κοινωνία της Δράμας ήταν έκδηλη, όπως προκύπτει και από τις αναφορές που έγιναν στα τοπικά μέσα ενημέρωσης.

Ωστόσο, μόλις οκτώ μήνες μετά την έκδοση της δικαστικής απόφασης (Μάρτιος), που έθεσε εν τέλει την εταιρεία σε καθεστώς Ειδικής Διαχείρισης και το διορισμό της ΕΥ Ελλάδος στο τιμόνι της εταιρείας, η εικόνα της κατάστασης έχει αλλάξει ριζικά.

Stonetech banner ad
Stonetech banner ad

Όταν ο Ειδικός Διαχειριστής ανέλαβε τη διοίκηση, βρήκε μία υπολειτουργούσα εταιρεία, με αρνητικά ίδια κεφάλαια, με δανειακές ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις ύψους 35.000.000 εκατομμυρίων ευρώ, με εκδοθείσες σε βάρος της δικαστικές διαταγές πληρωμής, με υποθηκευμένο το σύνολό της ακίνητης περιουσίας της, με ενεχυριασμένα παραγόμενα προϊόντα της, με επικείμενο τον επιχειρηματικό θάνατό της, με προσωπικό 151 εργαζομένων, που αγωνιούσαν για το μέλλον τους, αλλά και με έντονη την αγωνία της τοπικής κοινωνίας της Δράμας.

Μέσα από τη διαδικασία της Ειδικής Διαχείρισης ο Ειδικός Διαχειριστής, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, κατάφερε να ανασυγκροτήσει τον τρόπο λειτουργίας της, να ανανεώσει την πελατειακή βάση, να επεκταθεί σε νέες αγορές και, παράλληλα, συνέχισε να καταβάλει τα δεδουλευμένα των εργαζομένων, χωρίς, αφενός, καμία περικοπή μισθών και, αφετέρου, διατηρώντας όλες τις θέσεις εργασίας. Αξίζει να σημειωθεί ενδεικτικά, ότι το χρονικό διάστημα Μαρτίου-Οκτωβρίου 2017, περίοδο διοίκησης του Ειδικού Διαχειριστή, η λειτουργική κερδοφορία έφτασε τα 4,2 εκατ. ευρώ, όταν, την ίδια περίοδο του 2016, ήταν μόλις 1,1 εκατ. ευρώ.

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τους όρους του Διαγωνισμού που προκήρυξε, ο Ειδικός Διαχειριστής υποχρέωσε οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο-υποψήφιο αγοραστή να απασχολήσει το σύνολο του ήδη απασχολούμενου εργατικού δυναμικού, καθώς ο κάθε πλειοδότης υποχρεούται να εφαρμόσει στις συμβάσεις εργασίας με τους εργαζομένους κατ’ ελάχιστο τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις που εφαρμόζονται από την “Γ. Λαζαρίδης – Μάρμαρα Δράμας Α.Ε.” από την ημερομηνία υπογραφής της σύμβασης μεταβίβασης, αναγνωρίζοντάς τους όλα τα σχετικά εργασιακά δικαιώματά τους.

Το αποτέλεσμα; Η διαγωνιστική διαδικασία που προκήρυξε ο Ειδικός Διαχειριστής στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία, καθώς, αφενός προσέλκυσε το ενδιαφέρον των μεγαλύτερων “παικτών” στο χώρο του μαρμάρου, και, αφετέρου, το τίμημα ανέβηκε στο ποσό των 31,5 εκατ. ευρώ. Οι πρακτικές συνέπειες της επιτυχίας είναι άμεσες για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη: η εταιρεία δε θα οδηγηθεί στην πτώχευση, οι εργαζόμενοι θα εργαστούν για τον αγοραστή-πλειοδότη με τις ίδιες συνθήκες και όρους εργασίας, οι πιστωτές θα ανακτήσουν τις απαιτήσεις τους στο σύνολό τους, οι νέοι ιδιοκτήτες θα επενδύσουν στην περιοχή δίνοντας οικονομική ανάσα στην τοπική οικονομία και ο κατεξοχήν εξωστρεφής χώρος του μαρμάρου αναμένεται να ενισχυθεί. Απομένουν οι δικαστικές αποφάσεις που επικυρώνουν τις μεταβιβάσεις στους νέους ιδιοκτήτες και η συνεπακόλουθη έκδοση των απαραιτήτων αδειών από τις αρμόδιες αρχές στο όνομά τους, οι οποίες καλούνται να δείξουν γρήγορα αντανακλαστικά, καθώς όπως προβλέπει ο νόμος, μεταβιβάζονται αυτοδικαίως στον αγοραστή.

Τι μεσολάβησε; Η νέα διοίκηση, αλλά και οι παρανοήσεις για το άγνωστο πλαίσιο του ν. 4307/2014 (γνωστού και ως νόμου Δένδια). Ο ν. 4307/2014 (ΦΕΚ Α΄ 246 15.11.2014 – ο οποίος εισήχθη ως τροπολογία), περιλαμβάνει στα άρθρα 60-77 (κεφάλαιο Δ΄) διαδικασίες ρύθμισης οφειλών επιχειρηματικών δανείων, ενώ, συγκεκριμένα στα άρθρα 68 – 77, ρυθμίζεται ειδικώς η διαδικασία της Ειδικής Διαχείρισης. Η συγκεκριμένη εισαχθείσα διαδικασία, έχει ως αντικείμενο τη μεταβίβαση του ενεργητικού της επιχείρησης σε νέο αγοραστή/επενδυτή. Χαρακτηριστικό της διαδικασίας αυτής είναι ότι μπορεί να ενεργοποιηθεί αποκλειστικά από πιστωτές της εταιρείας που συγκεντρώνουν τουλάχιστον το 40% του συνόλου των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, στους οποίους περιλαμβάνεται και ένα τουλάχιστον πιστωτικό ίδρυμα.

Ο Έλληνας νομοθέτης, ανταποκρινόμενος εγκαίρως στις νέες οικονομικές συνθήκες και στη συσσώρευση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, προχώρησε στη θέσπιση έκτακτων δυνατοτήτων εξυγίανσης, στο περιθώριο των διαδικασιών που ήδη προέβλεπε ο Πτωχευτικός Κώδικας, δίνοντας, έτσι, τη δυνατότητα να διασωθούν επιχειρήσεις (αλλά όχι οι μέτοχοι και στρατηγικοί “κακοπληρωτές” αυτών) και να αποφύγουν την οριστική απαξίωση τόσο του ενεργητικού, όσο και του ανθρωπίνου δυναμικού και, εν τέλει, την εξαφάνιση μέσω της πτώχευσης. Η δε διαδικασία (συναφής, αλλά διαφορετική από το θεσμό της Ειδικής Εκκαθάρισης με την οποία συγχεόταν, μέχρι και την κατάργηση της τελευταίας) βασίζεται στο ότι η επιχείρηση μπορεί να διασωθεί ως λειτουργικό σύνολο ή επιμέρους κλάδους.

Στις περιπτώσεις αυτές, το γενικό συμφέρον επιβάλλει τη διάσωση της επιχείρησης με τη γρήγορη πώληση του ενεργητικού της σε ενδιαφερόμενους επενδυτές προς όφελος τόσο της εθνικής οικονομίας (αφού διασώζονται έτσι παραγωγικές μονάδες), όσο και της κοινωνίας, με τη διατήρηση θέσεων εργασίας. Άλλωστε, η ταχεία πώληση του ενεργητικού που αποτρέπει την απαξίωση της επιχείρησης είναι κατά κανόνα και προς το συμφέρον των πιστωτών.

Σε αντίθεση με τη διαδικασία εξυγίανσης του Πτωχευτικού Κώδικα, όπου πρέπει να ανευρεθεί από πριν τυχόν υποψήφιος επενδυτής (“white-knight”) για να διασωθεί η επιχείρηση και οι πιστωτές υφίστανται “κούρεμα” των απαιτήσεων τους, η διαδικασία της ειδικής διαχείρισης προσφέρει: i) τη δυνατότητα διοίκησης της εταιρείας από έμπειρους και εξειδικευμένους, εγνωσμένου κύρους και εμπειρίας, συμβούλους, οι οποίοι χαίρουν και της εμπιστοσύνης των πιστωτών, ii) τη δυνατότητα “συμμαζέματος” της εταιρείας, η οποία απολαμβάνει αυτό το διάστημα προστασία από μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, και, κυρίως, iii) την απαιτούμενη διαφάνεια, καθώς η πώληση γίνεται μέσω δημόσιων πλειοδοτικών διαγωνισμών με κλειστούς σφραγισμένους φακέλους ως προς το ύψος του τιμήματος. Άλλωστε, ο νομοθέτης έχει προβλέψει ότι για να διασφαλιστεί η συμμετοχή επενδυτή θα πρέπει οπωσδήποτε να συμμετάσχει με εγγυητική επιστολή ισόποση με το προσφερόμενο τίμημα, αποδεικνύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο και τη φερεγγυότητα του, ταυτόχρονα.

Επιπροσθέτως, ο νέος θεσμός παρέχει τη δυνατότητα παρακολούθησης της διαδικασίας από τους πιστωτές, το τάχιστο της διαδικασίας (καταρχήν 12 μήνες) και την αποφυγή της απαξίωσης της επιχείρησης, καθώς δεν καταγγέλλονται οι πάσης φύσεως συμβάσεις, ενώ ο ειδικός διαχειριστής, σε συμφωνία με τους προμηθευτές της επιχείρησης, διασφαλίζει την απρόσκοπτη και αδιάκοπη λειτουργία αυτής.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι είναι ίσως το μοναδικό νομοθέτημα, το οποίο δεν έχει τροποποιηθεί από την ημερομηνία ισχύος του (2014), ενώ, τα τελευταία χρόνια, οι τροποποιήσεις στις διατάξεις του γενικότερου δικαίου αφερεγγυότητας (Πτωχευτικός Κώδικας, νόμος Κατσέλη 3869/2010, νομοθεσία NPLs, νόμος Εξωδικαστικού Συμβιβασμού 4469/2017) υπήρξαν καταιγιστικές, σημαίνει πως, ήδη από την εφαρμογή του (Λαζαρίδης, ΔΟΛ, Ζήνων Ακίνητα, κτλ.), μπορούν να προταθούν ακόμα και νομοθετικές παρεμβάσεις για την αρτιότητα του νομοθετικού πλαισίου του ν. 4307/2014.

Του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου

Πηγή: www.capital.gr