Νοβέλο Φινότι: Ο Ιόλας, η αρχαία Ελλάδα και η πρώτη του μεγάλη έκθεση στην Ελλάδα

Ανύψωση (αιώρηση)/Levitation, 1991-1997
Eltrak - Cat banner ad

Η γνωριμία του με τον Αλέξανδρο Ιόλα και η επίσκεψή του στην Ακρόπολη, είναι σταθμοί στο έργο του Ιταλού, Νοβέλο Φινότι, ενός από τους σημαντικότερους εν ζωή γλύπτες σήμερα στον κόσμο που έρχεται για πρώτη φορά στη Θεσσαλονίκη με μια μεγάλη έκθεση. Το έργο του Φινότι θεωρείται αντίστοιχο της κατηγορίας ενός ΤζιακομέττιΜιρό ή Νταλί, μιας ομάδας καλλιτεχνών του 20ου αιώνα, η οποία έχει επηρεάσει και θα επηρεάζει την σύγχρονη γλυπτική ως έκφραση, τεχνική και τολμηρή διατύπωση. Ο Νοβέλο Φινότι έρχεται για πρώτη φορά με ατομική έκθεση στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη, στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του Α.Π.Θ., με ένα αντιπροσωπευτικό σύνολο περίπου 70 έργων του, τα περισσότερα σε μάρμαρο και κάποια σε χαλκό, πολλά μεγάλων διαστάσεων, καθώς 10 από αυτά ξεπερνούν τα 2,5 μέτρα.

Το έργο του Ιταλού γλύπτη δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό στην Ελλάδα, παρότι έχει αναλάβει μεγάλες παραγγελίες στην Βερόνα, στην Πάντοβα, στα παρεκκλήσια του Βατικανού, όπου έχει επενδύσει με 4 εντυπωσιακά επιχρυσωμένα κομψά κλαδικά με λουλούδια, που αποτελούν τα ανάγλυφα του γλυπτού διάκοσμου στη σαρκοφάγο του Πάπα Ιωάννη ΧΧΙΙΙ στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου.

Stonetech banner ad
Stonetech banner ad
Μια τελετουργία για την κόρη του Καμικάζι, 1984, λευκό μάρμαρο Καράρας

Η πρόσκληση ήρθε το περασμένο καλοκαίρι όταν η γενική γραμματέας του Δ.Σ. του Τελλόγλειου, καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης, Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, βρέθηκε στην Βερόνα και επισκέφτηκε τον Φινότι στο εργαστήριό του, στο χωριό Sommacampagna. «Μαζί επιλέξαμε τα έργα που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα της καλλιτεχνικής μου πορείας από το 1970 ως το 2017 και είναι από μάρμαρο, χαλκό και γρανίτη», μας λέει ο ίδιος. Η έκθεση που εγκαινιάζεται στις 7 Φεβρουαρίου, με τίτλο «Finotti: Fine Notte. Το τέλος της νύχτας», τελεί υπό την αιγίδα της προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας και θα εγκαινιαστεί από την υπουργό Πολιτισμού. Λίνα Μενδώνη. «Είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης και νιώθουμε μεγάλη χαρά που θα τον συστήσουμε στην Ελλάδα, όπου δεν είναι ιδιαίτερα γνωστός. Η ματιά του δεν είναι ρομαντική, αλλά έχει σουρεαλισμό, μια απίστευτη ευφυία, λεπτό χιούμορ και ειρωνία. Αυτά είναι τα στοιχεία των έργων του, όλα από κατάλευκο μάρμαρο Καράρα, το ίδιο που δούλευε και ο Μιχαήλ Άγγελος, αλλά και από μαύρο μάρμαρο Βελγίου και μάρμαρο Πορτογαλίας», τονίζει στο «Έθνος της Κυριακής» η κ. Γουλάκη-Βουτυρά.

Ο Νοβέλο Φινότι

Τις επόμενες μέρες ο καλλιτέχνης θα έρθει στη Θεσσαλονίκη για να στήσει την έκθεσή του, να βάλει τα γλυπτά μέσα και έξω από το Τελλόγλειο, ενώ μεταξύ των έργων θα είναι και ένα δικό του που προέρχεται από ιδιωτική συλλογή και ο συλλέκτης το πρόσφερε στην έκθεση. Η αγάπη του Φινότι για τον χώρο της τέχνης ξεκίνησε την δεκαετία του 1950 και το ενδιαφέρον του αρχικά ήταν προσανατολισμένο στη ζωγραφική. Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στη Βερόνα και εκεί αντιλήφθηκε ότι το πάθος του ήταν η γλυπτική

Το 1963 και ενώ εργαζόταν σε ένα χυτήριο στην Βερόνα γνώρισε τον Μαχ Ερνστ και τον Τζόρτζιο Ντε Κίρικο. Το ίδιο διάστημα στον ίδιο χώρο, του σύστησαν τον Αλέξανδρο Ιόλα. Η συνάντησή τους καθόρισε τόσο τον ίδιο, όσο και τον κορυφαίο Έλληνα συλλέκτη και γκαλερίστα. «Μια ισχυρή προσωπική σχέση και μια ειλικρινής συνεργασία γεννήθηκε από τότε και κράτησε μέχρι το τέλος της ζωή του. Ο Ιόλας με προσκάλεσε να εκθέσω στη Νέα Υόρκη το 1964 στην Harmony Gallery και σταθερά στην γκαλερί του στο Μιλάνο», μας λέει ο Φινόττι. Ενδεικτικό της εκτίμησης που του είχε ο Ιόλας είναι το γεγονός πως στην βίλα του συλλέκτη, στην Αγία Παρασκευή, ο Ιταλός γλύπτης έφτιαξε αρκετά έργα, ακόμη και έπιπλα, όπως το μεγάλο τραπέζι της τραπεζαρίας, αλλά και πολλά κομμάτια στην θαλαμηγό του.Επίσης, ο Ιόλας είχε πάντα καταλόγους με έργα του Φινότι και αυτό ήταν το δώρο που έδινε στους επίσημους καλεσμένους του, κυρίως γλύπτες που τον επισκέπτονταν για να του δείξουν τη δουλειά τους.

Το 1973 είναι ένα έτος σταθμός στη ζωή και στην καλλιτεχνική πορεία του Νοβέλο Φινότι. Έκανε το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα. Με την παρότρυνση του Ιόλα επισκέφτηκε την Ακρόπολη και περπάτησε σε όλη την Αθήνα. Μπροστά στον Παρθενώνα και στα έργα του Φειδία, του Πραξιτέλη, του Σκόπα, ένιωσε να τον χτυπάει…κεραυνός, όπως χαρακτηριστικά μας λέει.  «Είχα μελετήσει τους κλασικούς γλύπτες στη Σχολή, είχα ασχοληθεί ιδιαίτερα με την αρχαία ελληνική γλυπτική, αλλά αυτό που είδα ήταν κάτι άλλο. Το μεγάλο κλασικό όραμα και το μεγαλείο του μαρμάρου ως υλικό, με ταρακούνησαν συθέμελα. Η καθαρότητα του μαρμάρου και η δύναμη που τα μαρμάρινα έργα αποπνέουν, έστρεψαν το ενδιαφέρον μου σχεδόν αποκλειστικά σε αυτό το υλικό. Η πρόκληση συνεχίζεται μέχρι σήμερα και το μάρμαρο έγινε το κύριο υλικό της τέχνης μου, παρότι στην πορεία προσέγγισα τον γρανίτη, τον βασάλτη, υλικά πιο δύσκολα για να τα δουλέψει κανείς, αλλά που με ενθουσιάζουν έντονα», εξηγεί στο «Έθνος της Κυριακής».

Τα γλυπτά του είναι ελκυστικά και σαγηνευτικά, ιδιαίτερα όσον αφορά τις λεπτομέρειες. Οι εικόνες δεν κινούνται, αλλά μοιάζουν να μιλάμε, αποπνέουν μια γλυκιά οικειότητα. Ο ενθουσιασμός του για τον σουρεαλισμό του Ρενέ Μαγκρίτ εκφράζεται με έναν ευαίσθητο, προσωπικό τόνο, συσσωρευμένο σε μια αυτόνομη δημιουργικότητα.  Η γλυπτική για τον Φινότι είναι μια ανάγκη για να βρει τα πιο μυστηριώδη μέρη της ψυχής του. Στα έργα του υπάρχει μια συνεχής αναζήτηση του φωτός, όταν λειαίνει το μάρμαρο, αναζητά το φως, αραιώνει το πάχος για να γίνει το υλικό σχεδόν διάφανο, για να βρει την εσωτερικότητα και την πνευματικότητα του.

«Σχεδόν διαφανείς και πνευματικές εικόνες, απαλλαγμένες από το βάρος, αυτό θέλω να δείχνω. Η πρόκλησή μου είναι να αφαιρέσω την αίσθηση του βάρους, να κάνω το υλικό μου ελαφρύ και αδιαπέραστο, να το απελευθερώσω από την βαρύτητα και οποιαδήποτε πίεση», μας λέει και συνεχίζει για το αγαπημένο υλικό: «μερικές φορές με το μάρμαρο μπορώ να φτιάξω καθαρά σχήματα και άλλες φορές μου φαίνεται τραχύ και νευρικό, κάθε φορά πάντως δονείται στα χέρια μου σαν ένας ωραίος ήχος, σαν μια χαρούμενη μελωδία». Για τον Φινότι είναι μεγάλη τιμή να έρθει στην Ελλάδα και να παρουσιάζει τη δουλειά του «σε μια τόσο αρχαία γη, στο λίκνο ενός από τους σπουδαιότερους πολιτισμούς. Νιώθω σαν να επιστρέφω στο σπίτι μου».

Πηγή: www.ethnos.gr