Ο πραγματικός πλούτος του Αφγανιστάν βρίσκεται στο υπέδαφος του

Ένας ειδικός εξετάζει σμαράγδια από ένα αφγανικό ορυχείο. Οι ορυκτοί πόροι του Αφγανιστάν είναι ακόμη σχετικά ανεξερεύνητοι (Φωτογραφία: Paula Bronstein / Getty Images)
Eltrak - Cat banner ad

Οι αξιωματούχοι της περιφέρειας Μπαντγκίς (Baghdis) του βορειοδυτικού Αφγανιστάν διαμαρτύρονται ότι οι τεράστιοι ορυκτοί πόροι της επαρχίας σπαταλώνται λόγω της διοικητικής ανικανότητας και της έλλειψης ασφάλειας.

Σε όλο το Αφγανιστάν υπάρχουν άφθονα κοιτάσματα ορυκτών, όπως χαλκός, σίδηρος, λάπις λάζουλι, βαρύτη, θείο, χρώμιο, μαγνήσιο και μάρμαρο.

Stonetech banner ad
Stonetech banner ad

Στη Μπαντγκίς συγκεκριμένα πιστεύεται ότι υπάρχουν αποθέματα άνθρακα, πετρελαίου και μαρμάρου καθώς και πολύτιμες και ημιπολύτιμες πέτρες.

Ο συνεχιζόμενος εμφύλιος πόλεμος έχει καταστήσει όλο και πιο δύσκολη την εκμετάλλευση αυτών των αποθεμάτων. Επίσης, σύμφωνα με τοπικούς αξιωματούχους, η απόφαση της Καμπούλ για αύξηση της διαφάνειας, εξασφαλίζοντας ότι όλες οι συμβάσεις εξόρυξης εγκρίνονται από την κεντρική κυβέρνηση, συνέβαλε στην περαιτέρω επιβράδυνση της ανάπτυξης.

Ο Mohammad Nasir Qadiri, διευθύνων σύμβουλος του τμήματος μεταλλείων στη βορειοδυτική επαρχία, δήλωσε ότι οι περιοχές Jowand, Ab-e Kamari και Bala Murghab έχουν αποθέματα πετρελαίου. Η ομάδα μηχανικών του τμήματος είχε επίσης πρόσφατα ανακαλύψει αποθέματα άνθρακα στη Laman, γύψο σε Muqur και ασβεστόλιθο στο Qalah-e Naw.

Οι Ρώσοι τοπογράφοι μηχανικοί ανακάλυψαν για πρώτη φορά τα κοιτάσματα της επαρχίας πριν από 20 χρόνια, ενώ το 2007 η Γεωλογική Υπηρεσία των Η.Π.Α. (United States Geological Survey) διεξήγαγε έρευνες σε συγκεκριμένες περιοχές πλούσιες σε ορυκτά. Οι αξιωματούχοι λένε ότι τα αποθέματα που ανακαλύφθηκαν πριν από δέκα χρόνια είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.

“Σύμφωνα με έρευνες, που αφορούν τα αποθέματα ορυκτών της επαρχίας Μπαντγκίς, μόλις το 20% με 30% των πόρων αυτών έχουν ανακαλυφθεί μέχρι στιγμής”, δήλωσε ο Qadiri.

Σε ολόκληρη τη χώρα, οι Ταλιμπάν κερδίζουν εκατομμύρια δολάρια από έσοδα από παράνομες εξορύξεις, ενώ στην Μπαντγκίς ορισμένοι ντόπιοι αναφέρουν ότι πολύτιμες και ημιπολύτιμες πέτρες όπως οι λάπις λάζουλι εξορύσσονταν παράνομα στο Ab-e Kamari, το Qadis καθώς και σε ορισμένα τμήματα Bala Murghab και Jowand.

Ο Qadiri συμφώνησε ότι συνεχίζονται οι παράνομες εξορύξεις πολύτιμων λίθων, ωστόσο υποβάθμισε τη σημασία τους. “Η παράνομη εξόρυξη στο Μπαντγκίς δεν ήταν τόσο σημαντική ούτε ευρέως διαδεδομένη, αλλά λέγεται ότι κάποιες πολύτιμες πέτρες έχουν ανακαλυφθεί από τους κατοίκους της περιοχής κατά τις εκσκαφές για την κατασκευή σπιτιών και ότι αυτές έχουν προωθηθεί στην επαρχία Herat για να πωληθούν”, ανέφερε ο Qadiri.

Οι αξιωματούχοι της Μπαντγκίς διαμαρτύρονται ότι η διαδικασία της κυβέρνησης, που αποσκοπεί στην αύξηση της διαφάνειας στον τομέα των ορυχείων, συμβάλει στην περαιτέρω καθυστέρηση της προόδου.

Το 2016, η κυβέρνηση της Καμπούλ αποφάσισε ότι το Υψηλό Οικονομικό Συμβούλιο του Αφγανιστάν και η Εθνική Επιτροπή Προμηθειών θα πρέπει να εγκρίνουν όλες τις συμβάσεις εξόρυξης σε εθνικό επίπεδο. Αυτό φαίνεται να επιβραδύνει σημαντικά τη διαδικασία.

Το Υπουργείο Ορυχείων και Πετρελαίου ανέφερε ότι θα κερδίσει περίπου 86 εκατ. δολάρια το 2017, 19 εκατ. δολάρια περισσότερα από ό, τι το προηγούμενο έτος. Ωστόσο, δεν υπογράφηκαν νέες σημαντικές συμβάσεις το 2017.

Ο Qadiri είπε ότι ο αντίκτυπος αυτής της απόφασης είναι αισθητός και στην Μπαντγκίς.

Τον Σεπτέμβριο του 2016, η εταιρεία Rahmani Ghaibitani υπέγραψε σύμβαση για την εξόρυξη γύψου στην περιοχή Muqur. Ωστόσο, μετά το προεδρικό διάταγμα λίγες μόνο εβδομάδες αργότερα, όλες οι εργασίες για το έργο σταμάτησαν.

Ο Ghulam Sakhi Sharifi, εκπρόσωπος της Rahmani Ghaibitani, επιβεβαίωσε ότι από τότε δεν έχει γίνει καμία εργασία εξόρυξης ή ανασκαφής.

“Εκτός από μια σύμβαση που έχει υπογραφεί αλλά δεν έχει εφαρμοστεί, δεν έχουν υπογραφεί συμβάσεις εξόρυξης από το 2016, όταν ο πρόεδρος διέταξε ότι οι συμβάσεις μπορούν να εγκριθούν μόνο από την εθνική επιτροπή προμήθειας και το υψηλό οικονομικό συμβούλιο της χώρας”, επιβεβαίωσε ο Qadiri.

Ο Abdul Qadeer Mutfi, εκπρόσωπος του Υπουργείου Ορυχείων και Πετρελαίου, δήλωσε ότι η νομοθεσία του 2016 αποτελεί ουσιαστική κίνηση για την καταπολέμηση της διαφθοράς. Ανέφερε ότι “οι περισσότερες από αυτές τις συμβάσεις δεν έχουν περάσει από διαφανείς διαδικασίες υποβολής προσφορών και οι εταιρείες αγνόησαν ή δεν έλαβαν υπόψη τους όρους και τους νόμους της εξόρυξης”.

Ο Mutfi δήλωσε ότι πέντε επιτροπές είχαν συσταθεί στο Υπουργείο για να αξιολογήσουν όλες τις συμβάσεις και τα αποτελέσματα θα δημοσιεύονταν στην ιστοσελίδα τους.

Πρόσθεσε ότι το έργο εξόρυξης γύψου στην επαρχία Μπαντγκίς θα εφαρμοστεί μετά την έγκρισή του, εκτός εάν έχουν λήξει οι όροι της σύμβασης.

Όλα τα μέρη συμφωνούν ότι ο μεταλλευτικός τομέας του Αφγανιστάν θα μπορούσε να αποτελέσει κεντρικό μέσο οικονομικής ανάπτυξης.

Ο Waheedullah Shahrani, πρώην Υπουργός Ορυχείων και Πετρελαίου, δήλωσε ότι οι επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα ήταν καθοριστικής σημασίας για την έξοδο της χώρας από τη φτώχεια.

Ο οικονομικός εμπειρογνώμονας Tariq Aziz συμφώνησε, προσθέτοντας ότι “η εξόρυξη ορυκτών μπορεί να λύσει τόσο το πρόβλημα της ανεργίας όσο και να αποτρέψει το έλλειμμα του προϋπολογισμού μας”.

Ωστόσο, ανέφερε ότι το Αφγανιστάν δεν είχε από καιρό μια σταθερή ή επικεντρωμένη πολιτική όσον αφορά τους πόρους του.

Η συχνή αλλαγή θέσεων των άπειρων υπουργών δεν βοήθησε και η επιδείνωση των συνθηκών ασφάλειας έκανε την εξόρυξη ακόμα δυσκολότερη.

“Πρώτον, απαιτείται μια συγκεκριμένη και συνεκτική στρατηγική καθώς και ιδανικές συνθήκες για την εξόρυξη στην χώρα”, δήλωσε ο Aziz. “Επιπλέον, πρέπει να προσκληθούν στη χώρα μεγάλες, έμπειρες και δραστήριες πολυεθνικές εταιρείες ώστε να μπορέσουν να εξορύξουν τα ορυκτά του Αφγανιστάν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο χρησιμοποιώντας σύγχρονες επιστήμες και μεθόδους”.

Η έκθεση αυτή εκπονήθηκε στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας του Institute for War and Peace Reporting (IWPR) για την υποστήριξη ερευνητικών αναφορών στα τοπικά μέσα ενημέρωσης και την ενίσχυση της κοινωνίας των πολιτών σε όλο το Αφγανιστάν, χρηματοδοτούμενη από την βρετανική πρεσβεία της Καμπούλ.

Πηγή: iwpr.net