Άρθρο του Πέτρου Τζεφέρη*
Το Marmor Taenarium και το rosso antico ήταν τα ονόματα που έδωσαν οι Έλληνες αλλά κυρίως οι Ρωμαίοι στο κόκκινο μάρμαρο, που σύμφωνα με τον Στράβωνα (65 π.Χ. – 23 μ.Χ. ) εξορυσσόταν κοντά στο ακρωτήριο Ταίναρο, στο νοτιότερο σημείο της χερσονήσου Μάνης, με σκοπό να κοσμήσει τα αρχιτεκτονήματα αλλά και τα έργα γλυπτικής της Ρώμης την περίοδο της μεγάλης αίγλης.
Επίσης το όνομα Lapis Lacedaemonius ή porfido verde antico έδωσαν οι Ρωμαίοι στον πρασινωπό πορφυρίτη λίθο (διάστικτος από ανοιχτόχρωμους ορθογώνιους κρυστάλλους) των Κροκεών, ο οποίος είναι γνωστός και από τις αρχαίες πηγές ως «κροκεάτης λίθος» ή Lapis croceus ή Αυγιτικός ανδεσίτης πορφυριτικού ιστού όπως είναι και το επιστημονικά ορθό όνομά του, και ο οποίος έχαιρε επίσης ιδιαίτερης εκτιμήσεως κατά την περίοδο της Ρωμαιοκρατίας.
Αμφότεροι ήταν λίθοι «πολυτελείς», λίθοι που εξορύσσονταν για να ικανοποιήσουν την πολυτέλεια των Ρωμαίων, σύμφωνα με το γνωστό χωρίο του Στράβωνος (VIII 5,7 = C 367): Εισί δε λατομίαι λίθου πολυτελούς του μεν Ταιναρίου εν Ταινάρω παλαιαί, νεωστί δε και εν τω Ταϋγέτω μέταλλον ανέωξάν τινες ευμέγεθες, χορηγόν έχοντες την των Ρωμαίων πολυτέλειαν!
Πράγματι, μετά την ναυμαχία του Ακτίου (31 π.Χ.) και την νίκη του Γάϊου Οκτάβιου (μετέπειτα αυτοκράτορα Οκταβιανού Αυγούστου) στην οποία συμβάλλει δυναμικά η σπαρτιατική και λακωνική πολιτική παράταξη του Ευρυκλέους Λαχάρους, οι παράλιες πόλεις της Λακωνικής χερσονήσου αποκτούν για τη Ρώμη μία περαιτέρω γεωπολιτική και οικονομική σημασία στον ευρύτερο χώρο της Ανατ. Μεσογείου. Σύντομα, με αφετηρία τις αρχές διακυβέρνησης του Τιβερίου, διαμορφώνεται στην περιοχή μια νέα τάξη πραγμάτων με υπερτοπική εμβέλεια και υπό την άμεση εποπτεία του αυτοκράτορα, η γνωστή πολιτική και οικονομική ένωση του Κοινού των Ελευθερολακώνων, η οποία διατηρήθηκε περίπου μέχρι τα μέσα του 300 μ.Χ. αι.
Τα νέα δεδομένα μεταβάλλουν στο μέλλον ριζικά την οικιστική και χωροταξική δομή της Λακωνικής χερσονήσου, προκειμένου οι περιοχές αυτές να ανταποκριθούν στις σύγχρονες επιταγές και τα οικιστικά προγράμματα έργων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Τα μεγάλα οικοδομικά προγράμματα της Ρώμης του Αυγούστου και των διαδόχων αυτοκρατόρων του 1ου και 2ου αιώνα μ.Χ., που πολεοδομούν με εντατικούς ρυθμούς, συνεπάγονται αυξημένη ζήτηση κι εμπορία των πολυτελών -κυρίως εγχρώμων- μαρμάρων και άλλων λίθων της Μ. Ασίας, της Αιγύπτου και της Ελλάδας, με κύριο αποδέκτη την πρωτεύουσα πόλη.
Ένα από τα αναπτυξιακά προγράμματα του Αυγούστου στην Ελλάδα, υλοποιεί στη Λακωνία ο Γάιος Ιούλιος Ευρυκλής (όπως είχε πλέον ονομαστεί μετά την νικηφόρο ναυμαχία του Ακτίου ο Ευρυκλής Λαχάρους) με στόχο τον πολεοδομικό ανασχεδιασμό και την ίδρυση πραγματικών αστικών κέντρων, την οργάνωση λιμένων διακίνησης εμπορευμάτων, την δημιουργία οδικών δικτύων κλπ. Είναι ο ίδιος που έχτισε αργότερα πολυτελή λουτρά στην Κόρινθο (δίπλα στο ναό του Ποσειδώνα) διακοσμημένα με πράσινο πορφυρίτη λίθο από το λατομείο των Κροκεών τα οποία μάλιστα θεωρούντο μεγαλοπρεπέστερα από εκείνα του αυτοκράτορα Αδριανού στην ίδια πόλη (Παυσανίας, Β Κορινθιακά, 3, 5).
Τις ανάγκες σε έγχρωμους λίθους κάλυπτε ένας πολύ περιορισμένος αριθμός λατομείων εγχρώμων πετρωμάτων εξαίρετης ποιότητας – που ανήκαν σε τρεις διαφορετικές επικράτειες των πόλεων του Κοινού: το λατομείο των Κροκεών, οι οποίες ανήκαν στην επικράτεια του Γυθείου (για το porfido verde antico), το λατομείο του Προφήτη Ηλία Δημαρίστικων που ανήκε στην επικράτεια της Καινής Πόλεως και το λατομείο του Σκουταρίου – Παγανέας που ανήκε στην επικράτεια της πόλης Λας (για το rosso antico).
Επιπλέον την περίοδο αυτή έγινε εκμετάλλευση και άλλων εγχρώμων ή λευκών λίθων, όπως π.χ. τύπου fior di persico ή μέλανος λίθου τύπου bigio morato ή λευκών μαρμάρων της Ταιναρίας χερσονήσου. Αλλωστε η περιοχή της Μάνης και ειδικότερα του όρους Σαγιά είναι η μοναδική μαρμαροφόρος περιοχή του ελλαδικού χώρου, στην οποία αναπτύσσεται ολόκληρη η ακολουθία των ”πλακωδών ασβεστολίθων” (γερμανιστί Plattenkalk) της εξωτερικής μεταμορφικής ζώνης. Εντούτοις, η εξορυκτική δραστηριότητα αυτή φαίνεται να είναι σε πιο περιορισμένη έκταση σε σχέση με τα τρία εξαγωγικά κέντρα που προαναφέρθηκαν, με σκοπό την εγχώρια κυρίως κατανάλωση δηλ. τα αστικά κέντρα του Κοινού των Ελευθερολακώνων.
Η εξόρυξη και η διακίνηση των υλικών οργανώνονται σε υψηλό επίπεδο, όπως επιβάλλουν η μαζική παραγωγή και η τυποποίηση. Πράγματι, εν μέρει κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Τιβερίου και οπωσδήποτε επί Δομιτιανού (γενικότερα Φλαβίων) και εντεύθεν, τα περισσότερο αποδοτικά λατομεία πολυτελών πετρωμάτων της Ελλάδας, όπως και άλλων τόπων, κατά κανόνα υπάγονται σε καθεστώς κρατικού αυτοκρατορικού μονοπωλίου. Την περίοδο διακυβέρνησης του Αδριανού (117 μ.Χ. –138 μ.Χ.), τα λατομεία κροκεάτη λίθου αποτελούν αυτοκρατορικό μονοπώλιο ενώ την παραγωγή και τη διακίνησή του επόπτευε ειδικός οικονόμος του αυτοκρατορικού οίκου. Εντυπωσιακό παράδειγμα των υποδομών που διαμορφώθηκαν, είναι ότι με το λατομείο στον Προφήτη Ηλία Μάνης συνδέεται τόσο η λιθόστρωτη οδός λιθαγωγίας (μεταφοράς των λατομικών προϊόντων) όσο και η αρχαία λιμενική εγκατάσταση στον Άγιο Kυπριανό, καθώς και ο αρχαίος οικισμός στην Σπείρα, στον οποίο, εξάλλου, έχουν διαπιστωθεί σημαντικά προϊστορικά ευρήματα. Πάνω στην αρχαία οδό, που σώζεται σε σχετικά καλή κατάσταση για πάνω από 500 μέτρα, τοποθετούνταν ξύλινα έλκυθρα, τα οποία αφήνονταν να γλιστρήσουν στην κατηφόρα η δε ταχύτητά τους ελεγχόταν με σχοινιά που τυλίγονταν σε ξύλινους πασσάλους. Υποτυπώδεις λιμενικές εγκαταστάσεις διασώζονται και στη χερσόνησο της Παγανέας, οι οποίες συνέχισαν τη λειτουργία τους και κατά την νεώτερη περίοδο εξόρυξης του 19ου αι. Τέλος, η μεταφορά του κροκεάτη λίθου στα διάφορα μέρη της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας γινόταν κατά πάσα πιθανότητα, μέσω του αρχαίου λιμανιού των Σπαρτιατών στην περιοχή Τρίνησα του δήμου Κροκεών.
Η χρήση του rosso antico σε αγάλματα, γλυπτά, και διάφορα αρχιτεκτονικά-διακοσμητικά στοιχεία –είναι δεδομένη. Άλλωστε η πρώτη εκμετάλλευση και χρήση του υλικού αυτού άρχισε στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού κατά την οποία η ακτινοβολία του Μινωικού Πολιτισμού θα αφήσει έντονα τα χνάρια της στους πολιτισμούς του Αιγαίου (Υστεροκυκλαδική Περίοδος 1600-1100 π.Χ ). Την περίοδο της Ρωμαιοκρατίας, το κόκκινο μάρμαρο θεωρήθηκε ως ένας από τους πλέον πολυτελείς λίθους, λόγω του χρώματος του, παρόμοιο με εκείνο που χρησιμοποιούνταν στα ενδύματα των πλούσιων, ισχυρών ανθρώπων και ιδιαίτερα των αυτοκρατόρων. Χρησιμοποιήθηκε ευρέως, την εποχή του Αυγούστου κι εντεύθεν, σε καλλιτεχνικούς διακοσμητικούς πίνακες (τύπου Opus Sectile δηλ. έργο από τεμάχια σε ποικίλες συνθέσεις). Από την εποχή των Φλαβίων και μετά και ιδιαίτερα στην εποχή του Αδριανού, αξιοποιήθηκε σε γλυπτά που εκπροσωπούσαν την θεότητα του Βάκχου και τις λοιπές φιγούρες του Θιάσου του (fauns, satyrs, κατσίκες, κένταυροι, κλπ.), μια πρακτική που είχε προφανή συμβολική σημασία, με το χρώμα της πέτρας να προσομοιάζει με εκείνο του κρασιού.
Σε μεταγενέστερες εποχές και κυρίως μετά το δεύτερο μισό του 19ου αι. ορισμένα αρχαία λατομεία του rosso antico ανακαλύφθηκαν εκ νέου και επαναδραστηριοποιήθηκαν από ελληνικές και βρετανικές εταιρείες στο πλαίσιο της αναπτυσσόμενης οικονομίας του νεοσύστατου ελληνικού Κράτους. Στην δράση αυτή συνέβαλε ο Βαυαρός γλύπτης Christian H. Siegel (1808-1883), ο πρώτος δάσκαλος της Γλυπτικής στο Σχολείο των Τεχνών της Αθήνας αλλά και μετέπειτα -στο τέλος του αιώνα και στις αρχές του 20ου- η εταιρεία Grecian Marbles (Marmor ltd). Πρόκειται για την ίδια εταιρεία που άνοιξε λατομεία σε πολλές περιοχές κυρίως στην νησιωτική Ελλάδα (Τήνο, Πάρο, Νάξο, Χίο, Εύβοια, Σκύρο κλπ) και η οποία συνέχισε να εμπορεύεται το κόκκινο μάρμαρο μέχρι το 1940. Δυστυχώς, ούτε ο Siegel δημοσίευσε ποτέ τις σημειώσεις και τα σχέδιά του αλλά ούτε το πολύτιμο αρχείο της Marmor ltd έχει διασωθεί στο σύνολό του. Παράλληλα, οι πολλαπλώς καταστροφικές λατομικές εκμεταλλεύσεις του 19ου και των αρχών του 20ου αι. καθιστούν το κενό των πρωτογενών πηγών για τα αρχαία λατομεία, δυσαναπλήρωτο. Οι νέες εξορύξεις του 19ου αιώνα είχαν ως αποτέλεσμα την εξαγωγή rosso antico στη Βρετανία, που χρησιμοποιήθηκε σε εκκλησίες, ειδικά στους Καθεδρικούς Ναούς του Αγίου Παύλου και του Westminster στο Λονδίνο, σε εμπορικά και πανεπιστημιακά κτίρια, ιδιωτικές οικίες και, ως δώρο της Ελληνικής Κυβέρνησης, στη βάση του αγάλματος του λόρδου Βύρωνα στο Park Lane του Λονδίνου (βλ. εικ 5 ).
Αντίστοιχη ήταν η χρήση του κροκεάτη λίθου αν εξαιρέσουμε τα γλυπτά, διότι δεν υφίστανται μεγάλοι όγκοι που να επιτρέπουν τέτοια χρήση. Πράγματι, πρόκειται για ηφαιστειακό πέτρωμα, το οποίο κατά την ψύξη του έσπασε, ώστε σπάνια να συναντώνται κομμάτια σε διαστάσεις μεγαλύτερες των 0,5X0,5X0,5 του μέτρου. Ο κροκεάτης λίθος χρησιμοποιήθηκε ευρέως από τους Ρωμαίους στην κατασκευή αρχιτεκτονικών μελών, ορθομαρμαρώσεων και μαρμαροθετημάτων, με τα οποία διακοσμούνται δημόσια κτίρια και ιδιωτικές πολυτελείς κατοικίες στη Ρώμη (Άγιος Σάββας, Santa Maria Maggiore), σε έργα τύπου opus sectile (βλ. εικ. 6), στο Αρχαιολογικό Μουσείο Palazzo Massimo, στις βασιλικές του Αγίου Πέτρου ,την Πομπηία, την Ηρακλεία (Herculaneum), την Κωνσταντινούπολη (Αγία Σοφία, Άγιοι Απόστολοι), τη Ραβέννα (Άγιος Απολλινάριος ο Νέος), την Έφεσσο, την Αίγυπτο (Αγία Αικατερίνη στο Σινά), την Ισπανία και σε άλλες περιοχές της Ρωμαϊκής και της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο αυτοκράτορας Δομητιανός τον χρησιμοποίησε για την διακόσμηση του παλατιού του, τα ερείπια του οποίου βρίσκονται στην πόλη Trevignano Romano κοντά στη Ρώμη. Τέλος, ο Κροκεάτης λίθος επιλέχθηκε σχετικά πρόσφατα για την διακόσμηση του κενοταφίου των τριακοσίων Σπαρτιατών στις Θερμοπύλες.
Δυστυχώς σήμερα, παρότι το 2018 έχει οριστεί ως Ευρωπαϊκό Έτος Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ουδεμία δράση δεν σχετίζεται στον τόπο μας με τους λίθους αυτούς: ούτε λατομική αξιοποίησή τους η οποία θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να είναι επωφελής και κερδοφόρα έστω με σκοπό την περιορισμένη χρήση τους για την αναστήλωση αρχιτεκτονικών ή γλυπτικών μνημείων, ούτε αρχαιομετρικές μελέτες για την εξακρίβωση της προέλευσης και την ταυτοποίηση των μαρμάρων (βλ. και Η προέλευση των μαρμάρων στα μνημεία του αρχαίου), ούτε καν προσπάθεια μουσειακής ανάδειξης των χώρων εξόρυξης, των αρχαίων λατομείων. Το μόνο που έχει γίνει είναι μια προσπάθεια για την σήμανση των αρχαίων λατομείων στην θέση Ψηφί Κροκεών και στον Άγιο Ηλία στα Δημαρίστικα Μάνης, αντιστοίχως, προσπάθειες που θα πρέπει να συνεχιστούν για την περαιτέρω ανάδειξη των λατομείων αυτών που αναμφισβήτητα συγκαταλέγονται μεταξύ των σημαντικών του ελληνορωμαϊκού μεσογειακού χώρου!
*Δρ. Ε.Μ.Π. – Συγγραφέα & Γεν. Δ/ντή Ορυκτών Πρώτων Υλών ΥΠΕΝ