Το Stonenews παρουσιάζει ένα εκτενές άρθρο, του δημοσιογράφου Jahanzeb Hussain, με δηλώσεις παραγόντων της Πακιστανικής αγοράς μαρμάρου (1)

Eltrak - Cat banner ad

Το Stonenews παρουσιάζει ένα εκτενές άρθρο, του δημοσιογράφου Jahanzeb Hussain, με δηλώσεις παραγόντων της Πακιστανικής αγοράς μαρμάρου σχετικά με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν λόγω της κυριαρχίας των Κινέζων και των παρωχημένων πολιτικών των εθνικών κυβερνήσεων.   

Από το Τατζ Μαχάλ μέχρι το Τζαμί Μπαντσαχί, η Ινδική υποήπειρος είναι γεμάτη με μνημεία που μαρτυρούν την μεγαλοπρέπεια του υλικού που χρησιμοποιείται για την κατασκευή τους, το μάρμαρο.

Το νεοσύστατο Πακιστάν συνέχισε την παράδοση κατασκευάζοντας χρησιμοποιώντας μάρμαρο το μαυσωλείο του Μοχάμεντ Αλί Τζίνα,την εμβληματική μορφή που ουσιαστικά δημιούργησε το κράτος του Πακιστάν. Το Mazar – e – Quaid (γνωστός και ως Jinnah Mausoleum η National Mausoleum), με την κατασκευή του τη δεκαετία του 1960, έθεσε τα θεμέλια της μαρμαροβιομηχανίας του Καράτσι. Δεν θα ήταν παράλογο να αναμένουμε ότι το εκκολαπτόμενο κράτος θα συνέχιζε την κληρονομιά του παρελθόντος  δίνοντας προτεραιότητα στο μάρμαρο ως βασικό αγαθό. Παρόλο που η χώρα διαθέτει πλούσια κοιτάσματα μαρμάρου, η μαρμαροβιομηχανία του Πακιστάν βρίσκεται σε ύφεση.

Stonetech banner ad
Stonetech banner ad

Τα κοιτάσματα μαρμάρου του Πακιστάν κατανέμονται κυρίως σε τρεις πολιτείες: Κιμπέρ – Πανκτούνκβα, Μπαλουχιστάν και Παντζάμπ. Ορισμένα λατομεία υπάρχουν επίσης στην επαρχία Σινδ και σε ορισμένες περιοχές του Γκιλγκίτ – Μπαλτιστάν.

Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2010, από την Αρχή Ανάπτυξης Εμπορίου του Πακιστάν (Trade Development Authority of Pakistan – TDAP), εκτιμάτε ότι τα αποθέματα μαρμάρου και όνυχα υπερβαίνουν τους 300 δισ. τόνους, ενώ τα αποθέματα γρανίτη υπολογίζονται σε 1.000 δισ. τόνους. Συγκριτικά, τα αποθέματα μαρμάρου στην Ινδία υπολογίζονται σε 1.931 εκατ. τόνους.

Τα κοιτάσματα μαρμάρου και όνυχα βρίσκονται κυρίως στις περιοχές Mohmand Agency, Chitral, Buner, Swat, Parachinar, Gilgit, Hunza, Swabi, Bajour, Mardan, Wazirstan, Azad Kashmir, Lasbela, Chagai και Khuzdar. Τα μεγαλύτερα κοιτάσματα όνυχα λέγεται ότι βρίσκονται στην περιοχή Chaghai σε λατομεία που κατά κύριο λόγο ανήκουν σε μέλη της φυλής Zehri. Στην μελέτη αναφέρετε ότι στις περιοχές Gilgit, Dir, Chitral, Swabi, Kohistan, Nagarparker, Chagai, Mansehra, Malakand και Swat υπάρχουν κοιτάσματα γρανίτη. Ωστόσο, τα μοναδικά αξιοποιήσιμα κοιτάσματα γρανίτη βρίσκονται στην Nagarparkar και την Mansehra.

Δεδομένων των τεράστιων κοιτασμάτων, προκύπτει ότι η εξόρυξη και η μεταποίησή τους θα πρέπει να είναι τυποποιημένες και να έχουν τις αντίστοιχες υποδομές. Για αυτό το λόγο ορίστηκαν πέντε κέντρα επεξεργασίας γνωστά και ως “Marble Cities”. Τα κέντρα βρίσκονταν στο Gadani, Mohmand Agency, Risalpur, Chitral και Loralai.

Σύμφωνα με την μελέτη TDAP η επεξεργασία των Πακιστανικών μαρμάρων γίνετε στο Karachi, Sindh, Mansehra, Mardan και Peshawar στο Khyber – Pakhtunkhwa, Mohmand Agency, Khyber Agency, Bajur Agency, Quetta, Loralai,Lasbela, Balochistan.

Όμως, όπως και με πολλούς άλλους φυσικούς πόρους του Πακιστάν, ο τομέας του μαρμάρου παραμελείται λόγω των παρωχημένων πολιτικών νοοτροπιών. Για παράδειγμα, το κέντρο επεξεργασίας στο Mohmand Agency υπάρχει μόνο στα χαρτιά. Ο τεχνικές μελέτες αναφέρουν ότι η συνολική έκταση του κέντρου θα είναι 3000 στρέμματα ενώ σύμφωνα με την έκθεση TDAP η FATA Development Authority έχει επενδύσει 3 εκατ. ευρώ για την γη και την κατασκευή υποδομών και δρόμο πρόσβασης. Εντούτοις, επτά χρόνια μετά δεν έχει υλοποιηθεί τίποτα από το σχέδιο.

Η “επανάσταση” που δεν έγινε ποτέ

Το 2001, η κυβέρνηση του στρατηγού Pervez Musharraf σχεδίασε μια ξεχωριστή ζώνη για την εξόρυξη και την επεξεργασία μαρμάρων στην Hub City, μια περιοχή 3000 στρεμμάτων που βρίσκεται στα περίχωρα του Karachi. Το σχέδιο ήταν σύμφωνο με την πολιτική του Musharraf για την προώθηση της ανάπτυξης στο Balochistan. Η εξόρυξη πετρωμάτων και η διάλυση πλοίων ήταν οι δύο πρώτοι τομείς, εκτός του φυσικού αερίου, που θα μπορούσαν να δώσουν στους ντόπιους δουλειές.

Το 2006 το Πακιστάν και η Κίνα υπέγραψαν συμφωνία ελευθέρων συναλλαγών (Free Trade Agreement – FTA), η οποία τέθηκε σε εφαρμογή ένα χρόνο αργότερα. Η συμφωνία μετέτρεπε τους δασμούς (εξαγωγής) σε “προτιμησιακούς” για την Κίνα, όχι με μηδενικό όφελος για το Πακιστάν, αλλά και χωρίς τα επικερδή ποσά που έπρεπε να χρεωθούν.

Με την είσοδο των Κινέζων στον τομέα των μαρμάρων, οι ιδιοκτήτες λατομείων ξεκίνησαν να διατηρούν άμεση επικοινωνία και συναλλαγές μαζί τους. Η εξορυκτική δραστηριότητα αυξήθηκε για να καλυφθεί η Κινεζική ζήτηση, αφού οι ιδιοκτήτες των λατομείων θεώρησαν ότι οι Κινέζοι θα τους πλήρωναν υψηλότερα ποσά για τα μάρμαρα τους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Ομοσπονδιακού Γραφείου Στατιστικής, οι εξαγωγές μαρμάρου άρχισαν να μειώνονται από το 2005 και μετά, πριν αυξηθούν αργότερα. Σε συνδυασμό με χαμηλά τέλη στα σύνορα, η εισαγωγή μαρμάρου στην Κίνα έγινε απλούστερη και αναμφισβήτητα πιο προσοδοφόρα.

Ως αποτέλεσμα, το κέντρο επεξεργασίας στην Gadani, δεν έγινε η “ατμομηχανή τεράστιων επενδύσεων και δυνατοτήτων ανάπτυξης για τους επιχειρηματίες με βάση την τεχνολογία αιχμής, την καινοτομία και τις “υπηρεσίες”. Στην πραγματικότητα, έγινε ένα μνημείο της προχειρότητας που κυριαρχεί στη μαρμαροβιομηχανία της χώρας.

Η περίοδος ακμής του κέντρου επεξεργασίας (Marble City), όπως και ολόκληρου του κλάδου στην υπόλοιπη χώρα, ήταν το διάστημα 2001 – 2007 όταν υπήρχε μεγάλη ζήτηση μαρμάρου από τις Η.Π.Α.. Στην συνέχεια τη σκυτάλη πήρε η Κίνα η οποία, μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης του 2008, διέσωσε την παγκόσμια παραγωγή με τον άνευ προηγουμένου κατασκευαστικό οργασμό στην ανθρώπινη ιστορία.

Η εικόνα εγκατάλειψης σήμερα του κέντρου επεξεργασίας (Marble City) οφείλεται εν μέρει στην επιβράδυνση της Κινεζικής οικονομίας, αλλά κυρίως στο γεγονός ότι ο τομέας του μαρμάρου του Πακιστάν βρίσκεται σε αδιέξοδο λόγω των διαρθρωτικών αδυναμιών της οικονομικής πολιτικής της χώρας, ενώ η διεθνής αγορά μαρμάρου αναπτύσσεται.

Η πολιτικές στον τομέα εξόρυξης

Παρά τις φτωχές επιδόσεις του κλάδου, οι εξαγωγές προς την Κίνα αποδεικνύονται ως το βασικό πλεονέκτημα για την πατριαρχική μαρμαροβιομηχανία. Οι ακμάζουσες εξαγωγές προς τη γείτονά του στο βόρειο τμήμα του Πακιστάν, εν τέλει συνετέλεσαν στην περαιτέρω  αποδυνάμωση της βιομηχανίας της χώρας. Ακόμη και σήμερα, παρά τις αλλαγές στις Κινεζικές πολιτικές, το Πεκίνο παραμένει ο κορυφαίος εισαγωγέας μαρμάρου στον κόσμο και το Πακιστάν ο κύριος προμηθευτής του. Η ειρωνεία, ωστόσο, είναι ότι ο τομέας μαρμάρου του Πακιστάν εξακολουθεί να πλήττεται από την σχέση αυτή. Τα αίτια της κάμψης εντοπίζονται στην αλληλοσύνδεση παραγόντων που αφορούν τον εξαγωγικό προσανατολισμό της βιομηχανίας, την απουσία ρυθμιστικού πλαισίου και την έλλειψη εστίασης στην προσθήκη αξίας.

Ο Hameed Shehra, διευθύνων σύμβουλος της Marine Industries , εταιρεία επεξεργασίας μαρμάρου και γρανίτη, αναφέρει ότι “Μετά την ύφεση του 2008 υπήρξε αύξηση της ζήτησης από την Κίνα. Οι εξαγωγές αυτές θα μπορούσαν να έχουν προσφέρει κάποια επιπλέον κέρδη σε συνάλλαγμα για το εθνικό ταμείο, αλλά η αλήθεια είναι ότι με τον τρόπο αυτό η χώρα επέτρεψε τυφλά την κλοπή των φυσικών της πόρων”.

Πως και έτσι?

Ο Amin Hashwani, εκτελεστικός διευθυντής του ομίλου Hashwani, ο οποίος ασχολείται και με την εξόρυξη αναφέρει ότι λυπάται καθώς “ Ο τομέας στερείται ρυθμιστικού πλαισίου, όλοι (ακόμη και η γιαγιά τους) πήραν μέρος σε αυτό”. Ο Hameed Shehra συμπληρώνει ότι “Δεν ήταν τα καθιερωμένα εργοστάσια που εξάγουν”.

Ο Haroon Rashid, πρώην πρόεδρος του All Pakistan Marble Industries Association εξηγεί “Ένας ιδιοκτήτης λατομείου πηγαίνει στην Κίνα, βρίσκει έναν αγοραστή μετά θα έρθουν οι Κινέζοι, θα φορτώσουν τους όγκους και θα τους μεταφέρουν. Αυτό δεν έχει καμία σχέση με τον τομέα εξόρυξης, ο καθένας μπορεί να το κάνει, μπορείτε να το κάνετε ακόμη και αν γνωρίζετε πώς να σπάτε βράχους γνωρίζοντας έναν Κινέζο αγοραστή”.

Ορισμένοι ωστόσο στον τομέα μαρμάρου εξηγούν ότι όταν εισήλθαν οι Κινέζοι στην αγορά, έφεραν μαζί τους εξοπλισμό που μπορούσε να μετρήσει τις ρωγμές στα λατομεία πριν ξεκινήσει η διαδικασία εξόρυξης. Τα λατομεία με τις μεγαλύτερες ρωγμές θεωρούνταν ακατάλληλα από τις επιχειρήσεις ενώ εκείνα που δεν είχαν έγιναν προϊόν εκμετάλλευσης. Με την δοκιμή αυτή εξασφαλίζεται ότι κάθε όγκος μαρμάρου που εξορύσσεται, εξέρχεται σε μεγαλύτερες πλάκες και όχι σε μικρότερα κομμάτια.

Όπως εξηγεί ένας εγχώριος εξαγωγέας και λιανοπωλητής “Με τις ανατινάξεις στα λατομεία μαρμάρου, καταλήγουμε να έχουμε μικρότερα κομμάτια που έχουν χαμηλή αξία για τους μεγάλους αγοραστές. Τα μικρότερα κομμάτια τείνουν να καταλήγουν σε χειροτεχνήματα και πλακίδια”.

Όμως, οι παραγωγοί δεν ακολουθούν τις ίδιες διαδικασίες. Στην Πακιστανική πραγματικότητα ο καθένας κάνει του κεφαλιού του.  Ο Hameed Shehra αναφέρει με παράπονο, “Πολλοί εγχώριοι εξαγωγείς δεν τήρησαν τα διεθνή πρότυπα. Τα μάρμαρα μας περνούν μέσα από 20 διαδικασίες επεξεργασίας πριν ολοκληρωθούν. Κάποιοι τα προωθούν με μια μόνο και δη χοντροκομμένη επεξεργασία”.

Η μαζική απόρριψη μαρμάρου στην διεθνή αγορά σήμαινε ότι οι τιμές μειώθηκαν. Η πτώση των τιμών είχε σαν αποτέλεσμα την αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ των Πακιστανών εξαγωγέων. Όσο αρνητικός και αν είναι ο αντίκτυπος αυτού του ανταγωνισμού, δεν είναι η προκαλούμενη αναρχία που βλάπτει τον τομέα περισσότερο. Αυτό που διέλυσε και συνεχίζει να διαλύει τη βιομηχανία (μια επαναλαμβανόμενη φράση σε όλες σχεδόν τις συνεντεύξεις που πραγματοποιήθηκαν), είναι οι χονδρικές εξαγωγές μαρμάρινων όγκων (ακατέργαστου μαρμάρου που εξορύσσεται από λατομεία σε σχήμα τετράγωνων τεμαχίων) στην Κίνα.

Ο Tariq Anis, ιδιοκτήτης της εταιρείας εξόρυξης SMB Marble αναφέρει ότι “Περίπου το 75% των ακατέργαστων μαρμάρων πηγαίνει στην Κίνα”.

Ο Hashwani αναφέρει επίσης “Αν πουλάμε στα 175 δολάρια, κάποιος άλλος παραγωγός θα πουλήσει στα 165 δολάρια ενώ άλλος στα 155 δολάρια. Αγωνιζόμαστε μεταξύ μας με βάση την τιμολόγηση κάτι που προφανώς θα εκμεταλλευτούν οι αγοραστές για να κλείσουν την καλύτερη δυνατή συμφωνία”.

Ο Shehra επισημαίνει ότι “Αυτοί που είχαν επενδύσει σε μεγάλο βαθμό σε τυποποιημένα εργοστάσια και κατάλληλες μεθόδους επεξεργασίας δεν μπορούν να ανταγωνιστούν αυτές τις χαμηλές τιμές”.

“Διαθέτουμε ένα μάρμαρο γνωστό ως Black and Gold, το οποίο εξάγεται στην Κίνα σε μεγάλες ποσότητες. Πριν από πέντε χρόνια πωλούνταν στα 375 δολάρια. Ένα ισοδύναμο ιταλικό μάρμαρο που ονομάζεται Portoro πωλούνταν πάνω από 1.000 δολάρια. Σήμερα η τιμή του Black and Gold είναι κάτω από τα 125 δολάρια ενώ το Portoro κυμαίνεται μεταξύ 1.000 έως 2.500 δολαρίων”.

Είναι το ιταλικό μάρμαρο πολύ ανώτερο σε ποιότητα από το πακιστανικό;

Ο Hashwani υποστηρίζει πως όχι και τόσο, “Το μάρμαρο έχει έναν παράγοντα καινοτομίας, είναι ένα προϊόν υψηλής τεχνολογίας. Το Ιταλικό μάρμαρο έχει την εικόνα ότι είναι ένα πλούσιο, πολυτελές προϊόν. Αυτό δεν συμβαίνει με το αντίστοιχο μάρμαρο του Πακιστάν”.

Ο Hashwani εξηγεί ότι ενώ κάποια Πακιστανικά μάρμαρα έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με τα Ιταλικά, η διαφορά στην απόδοση κερδών δεν πηγάζει από τα λάθη και τις παραλήψεις στην εξόρυξη, την προμήθεια και το μάρκετινγκ. Τον τελευταίο καιρό, για παράδειγμα, τα λατομεία Canalgrande στην Ιταλία εμφανίζονται στα διεθνή μέσα μαζικής ενημέρωσης ως ο τόπος από τον οποίο εξάγονται περίπου 65.000 τόνοι μαρμάρου κάθε χρόνο. Συγκριτικά το Πακιστάν έχει να επιδείξει τη μεσαιωνική τεχνολογία της ανατίναξης στα ορυχεία του. Οι Ιταλοί έχτισαν αυτή την εικόνα, γνωρίζουν πώς να εμπορευθούν το προϊόν τους. Δυστυχώς, στο Πακιστάν, οι περισσότεροι ενδιαφερόμενοι ξεκίνησαν να ανταγωνίζονται ο ένας τον άλλο”.

Πηγή: www.dawn.com