«Ο κανονισμός για τις κρίσιμες πρώτες ύλες είναι ένα πρώτο μικρό βήμα προς την σωστή κατεύθυνση για την ανάκτηση της αυτονομίας της ευρωπαϊκής ένωσης σε πρώτες ύλες» δήλωσε ο πρόεδρος της Euromines κος Jan Mostrom στα πλαίσια εκδήλωσης που οργανώθηκε στην Αθήνα, από το Σύνδεσμο Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ).
Στην συζήτηση στρογγυλής τραπέζης που ακολουθήσε με τα μέλη του ΣΜΕ αναλύθηκαν ζητήματα που δυσχεραίνουν την ανάπτυξη της εξορυκτικής δραστηριότητας, τόσο στην Ελλάδα όσο και ευρύτερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο κος Mostrom, συνοδευόμενος από τον επίτιμο πρόεδρο κ. Mark Rachovides και την σύμβουλο κα Kerstin Brinen πραγματοποίησαν διήμερη επίσκεψη στη χώρα μας με στόχο την ανταλλαγή απόψεων σχέση με το μέλλον της παραγωγής ορυκτών στην Ευρώπη. Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην γεωπολιτική σε ανεξαρτητοποίηση των αλυσίδων αξίας, καθώς η εξάρτηση για την πλειονότητα των πρώτων υλών από ορισμένες τρίτες χώρες προκαλεί ανησυχία.
Στα πλαίσια της επίσκεψης πραγματοποιήθηκε συνάντηση με την ηγεσία του υπουργείου περιβάλλοντος και ενέργειας. Η κυβέρνηση, μέσω του γενικού γραμματέα Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών κου Αριστοτέλη Αϊβαλιώτη εξέφρασε την στήριξη της στις πρωτοβουλίες της Ευρώπης να αποκτήσει εγχώριες εναλλακτικές λύσεις για την προμήθεια των πρώτων υλών. Από πλευράς φορέων του εξορυκτικού κλάδου επισημάνθηκαν τα προβλήματα της πολυπλοκότητας της νομοθεσίας και των καθυστερήσεων στις αδειοδοτήσεις. Επίσης, υπογραμμίσθηκε το ζήτημα της επίπτωσης ορισμένων νέων Ευρωπαϊκών νομοθετικών πρωτοβουλιών στην ανταγωνιστικότητα του κλάδου. Ο γενικός γραμματέας του υπουργείου δεσμεύτηκε να μεταφέρει στις αρμόδιες Ευρωπαϊκές αρχές τους προβληματισμούς και τις αντιρρήσεις της εξορυκτικής βιομηχανίας για την εφαρμογή μέτρων που επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής, χωρίς προηγούμενη επαρκή μελέτη.
Ο πρόεδρος του ΣΜΕ κος Κώστας Γιαζιτζόγλου επεσήμανε τους βραδύτατους ρυθμούς με τους οποίους κινούνται οι απαραίτητες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις στην Ευρώπη και έκλεισε δηλώνοντας «Στην παρούσα χρονική συγκυρία άλλα κράτη, που ενδεχομένως να έχουν αντικρουόμενα με την Ευρώπη γεωπολιτικά συμφέροντα κινούνται με μεγάλη ταχύτητα αλλά και ευελιξία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι υποχρεωμένη να αλλάξει τόσο τα ποιοτικά όσο και τα ποσοτικά χαρακτηριστικά του τρόπου με τον οποίο αντιδρά, αν επιθυμεί να παραμείνει στο παιχνίδι».